Στο ταξίδι του στον κόσμο ο φίλος δημοσιογράφος Δημήτρης Παρούσης μας στέλνει το άρθρο για τις Μικρασιάτισσες της Κούβας…
Ο Δημήτρης Παρούσης, παιδί Ελλήνων μεταναστών, γεννήθηκε και έζησε τα παιδικά του χρόνια στην Ολλανδία. Πέρασε την εφηβεία του στην Νέα Ορεστιάδα, την τελευταία βόρεια πόλη της Ελλάδας, «σφηνωμένη» ανάμεσα στην Τουρκία και τη Βουλγαρία. Είναι δημοσιογράφος και ζει το όνειρό του, κάνοντας το γύρο του κόσμου αναζητώντας χαμένους Ελληνες.
Κούβα, Αβάνα, 9 Μαΐου 2007
Κανείς σήμερα δεν είναι σε θέση να γνωρίζει πόσοι Ελληνες υπάρχουν στην Κούβα. Ούτε η πρεσβεία, ούτε η εκκλησία, ούτε οι Ελληνες της Κούβας. Είναι κρίμα.
Προσπάθησα σκληρά να βγάλω άκρη. Την τελευταία μέρα έμαθα ότι στην πόλη Σιενφουέγος υπάρχουν σήμερα περίπου 4 εγγόνια ελλήνων ναυτικών που πέρασαν κάποτε από το λιμάνι της πόλης. Χρόνια πριν ήταν το βαθύτερο λιμάνι και πολλά μεγάλα πλοία άραζαν εκεί, φυσικά και ελληνικά βαπόρια. Στάθμευαν για εβδομάδες μέχρι να ξεφορτώσουν και όλο και κάποιοι έρωτες προέκυπταν. Εκεί λοιπόν υπάρχουν «χαμένοι» Ελληνες. Δυστυχώς το έμαθα πολύ αργά και δεν μπορώ να αναβάλω την παραμονή μου στην Κούβα. Αν ξανάρθω, που θα ξανάρθω, εκεί θα είναι ο πρώτος μου προορισμός.
Υπολογίζεται ότι οι Ελληνες στην Κούβα είναι περίπου 13 οικογένειες. Προσωπικά πιστεύω ότι είναι περισσότερες. Κάποιοι από αυτούς είναι εργαζόμενοι ναυτιλιακών εταιρειών και μένουν τα τελευταία χρόνια στο νησί. Λίγο παλαιότεροι είναι κάποιοι ναυτικοί που ερωτεύτηκαν κουβανέζες και έκαναν οικογένειες εδώ. Οι πρώτοι όμως Ελληνες ήρθαν εδώ περίπου το 1925. Πληροφορίες μου κάνουν λόγο ακόμα και για 30 οικογένειες Ελλήνων την περίοδο 1930 – 1940. Οι περισσότεροι ή έφυγαν αργότερα με την επανάσταση ή πλέον έχουν πεθάνει.
Γιατί διάλεξαν την Κούβα; Ολοι απλά ήθελαν να καταλήξουν στις ΗΠΑ. Από την Κούβα πίστευαν ότι θα ήταν πολύ εύκολο, αφού οι ακτές των Ηνωμένων Πολιτειών απέχουν μόλις 80 μίλια. Τελικά όμως δεν ήταν τόσο εύκολα. Εμειναν στο νησί της Κούβας κοιτάζοντας την απέναντι ακτή.
Οι περισσότεροι έκαναν περιουσίες. Κάποιοι έχτισαν πολυκατοικίες μερικοί όπως κάποιος Οικονομίδης, που δεν ζει πια, είχε το πρώτο ξενοδοχείο στο Βαραδέρο. Ελληνικό δαιμόνιο. . .
Με την επανάσταση όμως όλες οι περιουσίες πέρασαν στο κράτος και παράλληλα απαγορεύτηκε για καιρό η έξοδος από τη χώρα. Εκεί άρχισε η οικονομική παρακμή των Ελλήνων.
Οι Ελληνες είχαν προλάβει να χτίσουν μια εκκλησία. Η οποία επίσης δεσμεύτηκε από την επανάσταση και μέχρι σήμερα λειτουργεί ως θέατρο. Όταν την επισκέφθηκα στην πόρτα υπήρχε ένα σκουριασμένο λουκέτο και μια επιγραφή που έλεγε ότι το θέατρο είναι κλειστό (σχετική φωτό).
Μόλις πριν λίγα χρόνια, το 2003, με προσωπική παρέμβαση του Φιντέλ Κάστρο και με έξοδα αποκλειστικά της κουβανικής κυβέρνησης, χτίστηκε μια νέα εκκλησία στο κέντρο της πόλης. Ακόμη και σήμερα με εντολή του Κάστρο στην εκκλησία παρέχονται κάθε βδομάδα ανθοδέσμες για το στολισμό του ιερού ναού που είναι αφιερωμένος στον Αγιο Νικόλαο.
Γενικά οι Κουβανοί αγαπούν την Ελλάδα, γνωρίζουν πολλά για την ιστορία μας. Μάλιστα ο αδιαμφισβήτητος εθνικός ήρωας της Κούβας ο Χοσέ Μαρτί ήταν φιλέλληνας. Ως ποιητής λάτρευε τον Ομηρο και έγραψε μάλιστα σχετικό βιβλίο το οποίο υπάρχει σε όλα τα σχολεία. Στις βιβλιοθήκες θα βρεις πολλά βιβλία που αναφέρονται στην Ελλάδα από Κουβανούς συγγραφείς.
Μου έκανε εντύπωση ότι ενώ η Κούβα είχε εξαιρετικά στενές σχέσεις με τη Ρωσία και υπήρχαν πολλοί ρώσοι πολίτες στη χώρα, η πρώτη ορθόδοξη εκκλησία που χτίστηκε, ήταν η ελληνική. Οι Ρώσοι μόλις φέτος άρχισαν να χτίζουν την εκκλησία τους, με δικά τους έξοδα μάλιστα, 150 μέτρα από τον ελληνικό ναό.
Προβλέπω ότι θα ξεσπάσει «πόλεμος» των δύο εκκλησιών. Ηδη άρχισε ο «ανταγωνισμός» από τη Ρωσική εκκλησία. Ποιος θα έχει τους περισσότερους πιστούς. . . Τρέχα γύρευε. . .
Νομίζω ότι αν δεν ήταν την περίοδο εκείνη έλληνας πρέσβης ο Γιώργος Κωστούλας, η εκκλησία μας ακόμα θα ήταν στα σχέδια.
Στα σχέδια είναι ακόμα και η λειτουργία ελληνικής ορθόδοξης εκκλησιαστικής σχολής. Ωστόσο η διαδικασία φαίνεται να έχει «παγώσει». Αν και το κτίριο έχει παραχωρηθεί και υπάρχει η έγκριση του Κάστρο. Κάποιοι μάλλον από την ελληνική πλευρά ολιγωρούν.
Με ταξί επισκέφτηκα αρκετές οικογένειες Ελλήνων. Με άλλες μίλησα τηλεφωνικά γιατί φοβήθηκαν να μιλήσουν σε κάποιον δημοσιογράφο, πόσο μάλλον να φωτογραφηθούν. Με τους Ελληνες που συναντήθηκα μιλήσαμε μόνο για την ιστορία τους και δεν επεκταθήκαμε σε πολιτικές συζητήσεις. Το λέω αυτό γιατί ξέρω ότι η σελίδα μου παρακολουθείται από τις κουβανικές αρχές και προσφάτως στο godimitris έχω επισκέψεις και από το US Military, αυτό αναγράφουν τα στατιστικά στοιχεία της σελίδας μου. Η επίσκεψή μου στους Ελληνες είχε ως στόχο απλώς την καταγραφή της βιογραφίας τους για κάποια ρεπορτάζ μου, τίποτα περισσότερο.
Πήγα στο σπίτι της Παγώνας Μπούτος Σταματοπούλου, και της κόρης της Ειρήνης Νεντέλκου, που κατάγονται από τη Θήβα. Μεγάλη ιστορία που αρχίζει από τη μικρασιατική καταστροφή και καταλήγει στην Κούβα. Στο σπίτι τους έχουν ένα δωμάτιο που το ονομάζουν μικρή Ελλάδα. Αφίσες, φωτογραφίες, σουβενίρ από την πατρίδα. «Η Ελλάδα δεν ξεχνιέται, αλλά εδώ πια είναι η ζωή μας». . .
Το σπίτι του Νικόλαου Πέτρου Κονδύλη από την Αταλάντη Φθιώτιδας, φτωχικό. Ο γιος του είναι γιατρός και καθηγητής στο πανεπιστήμιο της Αβάνα και ακόμα περιμένει να πάρει το ελληνικό διαβατήριο. «Θα πήγαινα ακόμα και με τα πόδια στην Ελλάδα», μου λέει ο κυρ Νικόλας.
Στην Κούβα δεν υπάρχουν Κύπριοι πολίτες. Ωστόσο υπάρχει επίτιμο προξενείο στα γραφεία της επιχείρησης του καπετάν Τσάκου. Σε κεντρικό σημείο της Αβάνας υπάρχει όμως το άγαλμα του Μακάριου. Ο Κάστρο με τον Μακάριο έγιναν φίλοι λόγω τριών συμπτώσεων. Το πρώτο όταν η Κούβα (CU) και η Κύπρος (CY) έγιναν μέλη του ΟΗΕ την ίδια μέρα και ο Κάστρο κάθισε δίπλα στον Μακάριο γιατί οι χώρες είχαν σχεδόν τα ίδια διεθνή αρχικά. Γέλασαν και οι δύο γιατί ήταν οι μόνοι πολιτικοί με μούσια και λίγο μετά διαπίστωσαν ότι έχουν γεννηθεί την ίδια ημερομηνία στις 13 Αυγούστου (1913 ο Μακάριος, 1926 ο Κάστρο).
Η ελληνική πρεσβεία απασχολεί περίπου 13 άτομα προσωπικό. Στην είσοδο πρέπει να ξέρεις ή ισπανικά ή αγγλικά για να συνεννοηθείς. Δεν ξέρω γιατί δεν προσλαμβάνουν τους Ελληνες – Κουβανούς που ζουν στην Αβάνα για να τους ενισχύσουν έτσι και οικονομικά.
Η πρεσβεία στέλνει προσκλήσεις σε όσους Ελληνες έχει στη λίστα της για τις γιορτές της 25ης Μαρτίου και της 28ης Οκτωβρίου.
Πολλοί Ελληνες δεν πάνε πια σε αυτές τις εκδηλώσεις γιατί αισθάνονται παραγκωνισμένοι. Μου εξέφρασαν τα παράπονά τους. «Υποτίθεται ότι η ελληνική πρεσβεία λειτουργεί για να μας βοηθά, αλλά δεν είναι έτσι», μου είπαν.
Νομίζω ότι το υπουργείο Εξωτερικών θα πρέπει να εκδώσει κάποια στιγμή προς τις ελληνικές πρεσβείες εντολή να καταγράψουν τους Ελληνες της περιοχής ευθύνης τους. Σήμερα οι πρεσβείες έχουν στις λίστες τους μόνο όσους Ελληνες έχουν επισκεφτεί την πρεσβεία. Μου ακούγεται λίγο οξύμωρο για παράδειγμα στην Κούβα να υπάρχουν 13 υπάλληλοι και στο νησί να υπάρχουν 13 οικογένειες και χρόνια τώρα να μην υπάρχει επαφή με κάποιες οικογένειες.
Αν ήμουν υπάλληλος της πρεσβείας έστω από περιέργεια θα πήγαινα να δω ποιοι είναι αυτοί οι συμπατριώτες μου. Θα έψαχνα να βρω και άλλους «χαμένους» Ελληνες που υπάρχουν πολλοί. Θα τους βοηθούσα. Για αυτό ήμουν εκεί. Θα αποκτούσε ενδιαφέρον και η αποστολή μου, από το να διεκπεραιώνω στείρες γραφειοκρατικές διαδικασίες.
Δεν θέλω να το εκλάβουν οι εργαζόμενοι στην ελληνική πρεσβεία της Κούβας ως μομφή. Γνωρίζω ότι η θέση τους είναι λεπτή και ειδικά στην Κούβα πολύ περισσότερο. Το υπουργείο Εξωτερικών θα μπορούσε να δώσει όμως σχετική λύση.
Δεν θα ξεχάσω στην Αργεντινή, όπου με τα πενιχρά μου οικονομικά κατόρθωσα να πάω σε πολλές ελληνικές οικογένειες και κοινότητες σε απομακρυσμένες αλλά και σε κεντρικές περιοχές της χώρας. Εκεί όπου ποτέ κανένας πρέσβης δεν έχει ακόμα πάει. Εκεί όπου τα κοκτέιλ πάρτι της γερμανικής και της ζιμπαμπουανής πρεσβείας έχουν μεγαλύτερη προτεραιότητα από τις εκδηλώσεις και τα προβλήματα των ελλήνων της ξενιτιάς.
Δεν είμαι διπλωμάτης. Δεν μπαίνω στα χωράφια τους. Ως Ελληνας και ως δημοσιογράφος δεν μπορώ όμως να δεχτώ αυτή την κατάσταση. Υποτίθεται ότι οι ελληνικές πρεσβείες υπάρχουν για να βοηθούν τους Ελληνες μας, κάτι που στην μέχρι τώρα πορεία μου στις 400 μέρες δεν έχω πειστεί ότι συμβαίνει κάτι τέτοιο.
Αυτή είναι η τελευταία ιστορία από την Κούβα.