Μια σύντομη ιστορία για το 5/42 Σύνταγμα Ευζώνων στη Μικρά Ασία, το ηρωικό σύνταγμα του Πλαστήρα που έδωσε μάχες και έσωσε χιλιάδες πρόσφυγες και την τιμή του ελληνικού στρατού, τις μέρες της μικρασιατικής καταστροφής.
Το 5/42 Σύνταγμα Ευζώνων στη Μικρά Ασία
Μετά την αποβίβαση της 1ης Μεραρχίας του ελληνικού στρατού στη Σμύρνη στις 2 Μαΐου 1919, ακολούθησαν άλλες μονάδες, φτάνοντας στη δύναμη μιας στρατιάς (με το Α Σώμα Στρατού και το Σώμα Στρατού Σμύρνης) και έδρα τη Σμύρνη.
Το Α Σώμα Στρατού (με διοικητή τον αντιστράτηγο Κων. Νίδερ) με 2 μεραρχίες (Αϊδινίου καί Βαϊνδηρίου) και το Σώμα Στρατού Σμύρνης (με διοικητή τον αντιστράτηγο Δημ. Ιωάννου) επίσης με 2 μεραρχίες (τη 13η και Αρχιπελάγους), όπου υπαγόταν αρχικά το 5/42 Σύνταγμα Ευζώνων, το οποίο αποβιβάστηκε στο Μπουρνόβα στις 19 Ιουνίου 34 του 1919 και συνέχισε να πρωταγωνιστεί 35 σε όλες τις μάχες πού δόθηκαν στα χώματα της Ιωνικής γης.
Η ψυχολογία του ελληνικού στρατού ήταν εξαιρετική και σφοδρή η επιθυμία των τσολιάδων του ευζωνικού για νίκες και απελευθέρωση της Ιωνίας. Ένας άτυπος ανταγωνισμός μεταξύ των διοικητών των ελληνικών μονάδων άρχισε. Η 1η Μεραρχία με τους Τσολιάδες του 1/38 Αποβίβαση ευζώνων στη Σμύρνη (1919) Συντάγματος 36 Ευζώνων, έτρεξε στο στόχο κατάληψης της Φιλαδέλφειας, η δε 13η Μεραρχία 37 σε προέλαση συνέβαλε στο σκοπό αυτό, στις 15 Ιουνίου Αμέσως έλαβαν νέες εντολές (η 13η Μεραρχία) για εξόρμηση προς την Προύσα…
Ο στρατηγός Ιωάννου (διοικητής του Σώματος Στρατού Σμύρνης) ήθελε :…η Μεραρχία Σμύρνης να καταλάβει το Αξάρι και να προφθάσει τον Πλαστήρα με τους Τσολιάδες του, που, αν και ανήκε στο νότιο συγκρότημα, διατάχθηκε να προσκολληθεί στον Ιωάννου. Η μάχη (μέχρι το βράδυ) συνεχίζεται με πείσμα, ο εχθρός αντιστέκεται σκληρά. Αλλ ο Ιωάννου ανυπομονεί: – Κάντε γρήγορα, μωρέ… φωνάζει στους αξιωματικούς του. Θα μας το πάρει ο Πλαστήρας το Αξάρι.
Τόσος ήταν ο συναγωνισμός. Αλλα ο Ιωάννου είχε δίκιο. Την επομένη οι Τούρκοι υποχωρούν και το στρατηγείο ξεπερνά τις προφυλακές και… τρέχει να καταλάβει το Αξάρι. Μεγάλη η απογοήτευση. Στην είσοδο της πόλης τους σταματά ένα απόσπασμα. Κι ο επικεφαλής, ταγματάρχης Μπουρδάρας, αναφέρει ότι το Αξάρι κατέχεται από το 5/42. – Πότε, μωρέ, το πήρατε; ρωτά θυμωμένος ο Ιωάννου. – Χθες το βράδυ, στρατηγέ μου. – Το βράδυ!… Πενήντα χιλιόμετρα σε μια μέρα; Πες στον Πλαστήρα, ότι θα μου κουράσει τους Τσολιάδες μου!
Μετά τη νίκη στο Τσεντίς Χαν, από το 2ο Σύνταγμα Πεζικού (με διοικητή τον αντισυνταγματάρχη Ι. Κωνσταντίνου, από τη Γρανίτσα Ευρυτανίας) και το 5/42 Σύνταγμα Ευζώνων (με διοικητή το συνταγματάρχη Νικ. Πλαστήρα) στις Ακολούθησαν άλλες πόλεις και χωριά. Αναφέρουμε την πανέμορφη Πάνορμο, με το λιμάνι της και τη συγκινητική υποδοχή των κατοίκων της στους τσολιάδες του 5/42:…μια ολόλευκη πολιτεία ξαπλωμένη στην ακρογιαλιά κι έναν μεγάλο κόλπο, που το γαλάζιο αντιφέγγισμά του έμπλεκε με το γαλάζιο της Κυανόλευκης σ ένα αρμονικό σύνολο.
Δεκάδες τα πλοία στο λιμάνι της. Και στους δρόμους της οι μαθήτριες του ελληνικού Γυμνασίου, που έραιναν με ροδοπέταλα τους νικητές. Ο Πλαστήρας, ένας από τους προσκυνητές, μένει κατάπληκτος μπρος στο συναρπαστικό θέαμα, αγναντεύει με συγκίνηση την πόλη και ξεσπά: – «Και μόνον γι αυτές τις στιγμές, άξιζε η εκστρατεία μας». Η ηρωική πορεία του 5/42 που ακολούθησε ήταν μακρά, με κουραστικές διαδρομές, με διαρκείς αγώνες και πολλές νίκες.
Το 5/42 Σύνταγμα Ευζώνων στη Μικρά Ασία αναδείχθηκε ως η πλέον επίλεκτη μονάδα του ελληνικού στρατού. Η ηρωισμός και η ορμητικότητα των Ευζώνων έκαναν το 5/42 γνωστό στους Τούρκους με το όνομα Σαϊτάν Ασκέρ (Στρατός του Διαβόλου), εξαιτίας του πανικού που προκαλούσε με τα αιφνιδιαστικά χτυπήματά του. Το συνταγματάρχη Νικόλαο Πλαστήρα τον αποκαλούσαν Καραπιπέρ λόγω του μελαψού χρώματός του.
Εφόρμηση ευζώνων
Ακολουθεί η μαρτυρία ενός στρατιώτη του πεζικού, που περιγράφει πως έβλεπαν οι άλλοι Έλληνες στρατιώτες τους ευζώνους του 5/42 Συντάγματος Ευζώνων:…Κάποια μέρα είδαμε να κυκλοφορούν πολλοί εύζωνοι. Ήταν το 5/42 των Ευζώνων του Πλαστήρα, που ήρθε για ανάπαυση από το μέτωπο. Το ευζωνικό του Πλαστήρα από τότε το περιέβαλε κάποιος θρύλος. Μου έκαναν εξαιρετική εντύπωση αυτοί οι νευρώδεις, ηλιοκαμένοι άντρες. Είχαν αλήθεια επάνω τους κάτι το ρωμαλέο, το αντρίκιο, το ασίκικο.
Εθεωρείτο η πιο εκλεχτή πολεμική μονάδα. Το «σαϊτάν ασκέρ», όπως το έλεγαν οι Τούρκοι. Ένα άχρωμο και άτονο ηλιοβασίλεμα ξεψυχάει στον κάμπο του Αφιόν Καραχισάρ…Στο βάθος του κάμπου δυό καβαλάρηδες καλπάζουν προς το μέρος μας μέσα σε δυό σύννεφα σκόνης. Όλο και πλησιάζουν. Ο πρώτος φαίνεται αξιωματικός, ο δεύτερος εύζωνας.
Μόλις έφτασαν στην είσοδο, ο αξιωματικός αφήνει απότομα τα ηνία του αλόγου, πιάνει με τα δυο του χέρια τη σέλλα και με μια σβέλτη ακροβατική κίνηση πηδάει ολόρθος στη γη. Ένας συνταγματάρχης, ψηλός ξερακιανός, σχεδόν μαύρος, μ ένα τσιγκελωτό μουστάκι, με μάγουλα ρουφηγμένα. Πολύχρωμα τετραγωνάκια φιγουράρουν στο στήθος του αμπέχονου.
Τα διάσημα. Στο αριστερό μανίκι τα εξάμηνα του μετώπου. Στο δεξί τα τεθλασμένα σήματα των τραυμάτων. Με δέος σταθήκαμε κλαρίνο. Έτσι ψηλός κι αγριωπός, καθώς στάθηκε μπροστά μας, μας έμπηξε το φοβερό του βλέμμα. Για να μη μας κουράζει στη στάση προσοχής και στη στάση του χαιρετισμού, μας άδραξε με τα στιβαρά του χέρια τα δεξιά μας χέρια και μας τα κατέβασε. Μας ρωτούσε αρκετή ώρα για την εργασία του σταδίου.
Ύστερα έκανε μια βόλτα στο στάδιο. Με το συνάδελφό μου υπολογίσαμε ότι αυτός έπρεπε να ήταν ο Πλαστήρας. Πλησίασα τον τσολιά που κρατούσε τ άλογα και τον ρώτησα για να βεβαιωθώ. – Ποιος είναι συνάδελφε αυτός ο συνταγματάρχης; Ο τσολιάς φάνηκε σαν να παραξενεύτηκε για την ανόητη ερώτησή μου, για κάτι που έπρεπε να ξέρω. – Δεν τουν ξέρ τε; Ου Πλαστήρας.
Ο Πλαστήρας σε λίγο πέρασε πάλι μπροστά μας. Με την ίδια σβέλτη κίνηση ανέβηκε στο άλογό του. Το ψαρί του άλογο χοροπήδησε για λίγο. Έτσι λεβέντης, σαν Άη-Γιώργης καβαλάρης χάθηκε προς την ίδια κατεύθυνση, προς το βάθος του μικρασιατικού κάμπου.
Ένας φαντάρος θυμάται τον Μικρασιατικό πόλεμο, περιγράφει έναν μοναδικό ποδοσφαιρικό αγώνα τσολιάδων του 5/42 και στρατιωτών της 1ης Μεραρχίας: Καιρός είναι τώρα να παρακολουθήσουμε κι έναν ενδιαφέροντα ποδοσφαιρικό αγώνα μεταξύ του 5/42 συντάγματος ευζώνων και της πρώτης μεραρχίας. Παρωδία ποδοσφαίρου, που προκαλούσε δέος στην αντίπαλο ομάδα των ευζώνων και γέλια στους θεατές.
Οι εύζωνοι κυνηγούσαν τη μπάλα ορμητικά σα σμήνη καμικάζι! Έντρομος ο διαιτητής έπιασε τη μια πλευρά του γηπέδου και σφύριζε χωρίς κανείς να τον ακούει. Οι αντίπαλοι των ευζώνων ποδοσφαιριστές της μεραρχίας έτρεχαν κι αυτοί ν αποφύγουν τη μάχη σώμα προς σώμα. Κι έτσι «αντιστάσεως μη ούσης» νίκησαν οι εύζωνες χειροκροτηθέντες θερμά από τους θεατές…». Όμως ο μεγαλύτερος πολιτικός άνδρας ο Βενιζέλος, έμελλε να διαπράξει το μεγαλύτερο πολιτικό λάθος που ισοδυναμούσε με έγκλημα κατά της πατρίδος.
Προσέφυγε σε εκλογές εν καιρώ πολέμου. Έτσι την 1η Νοεμβρίου 1920 ο λαός τιμώρησε το Βενιζέλο διότι είχε τριπλασιάσει την Ελλάδα και είχε πατήσει στη Μικρά Ασία, έπειτα από 5 αιώνες ξενικής κατοχής. Ο πολιτικός πού ενέπνεε σεβασμό σ ολόκληρη την Ευρώπη, αυτός πού σέβονταν οι Μεγάλες Δυνάμεις, ο ηγέτης πού υπήρξε αήττητος στις μάχες του ελληνικού στρατού από το 1912 έως το 1920, παρέδωσε τη σκυτάλη σε ανάξιους, ασήμαντους και ανίκανους.
Αυτοί επανέφεραν το βασιλιά και αντικατέστησαν τους έμπειρους αξιωματικούς με πολλαπλές νίκες από τα παράλια της Μικράς Ασίας με ημετέρους αμφίβολης ικανότητας. Ο Νικόλαος Πλαστήρας ήταν από τούς λίγους διοικητές πού δεν τόλμησε να αγγίξει η κυβέρνηση του Γούναρη, όταν έδιωξε όλους τούς άξιους αξιωματικούς, που είχαν πρωταγωνιστήσει στις προηγούμενες μάχες.
Οι τσολιάδες του 5/42 δεν επέτρεψαν να φύγει ο διοικητής τους. Ο Πλαστήρας είχε δημιουργήσει ένα άριστο πνεύμα Μονάδας, που έδινε υπερηφάνεια και ενθουσιασμό στους τσολιάδες, ώστε σ όλα τα τραγούδια τους είχαν ως επωδό: «Είμαστε λιοντάρια – του Πλαστήρα παλικάρια».
Στη Μικρά Ασία, το 5/42 εξέδιδε την εφημερίδα «Η Φούντα». Η επίθεση στο Εσκή Σεχίρ, το Δεκέμβριο του 1920 συνάντησε μεγάλη αντίσταση. Ο στρατός του Κεμάλ αυξανόταν. Οι Γάλλοι εξόπλιζαν τώρα τους Τούρκους. Ίσως η μάχη αυτή ήταν η αρχή του τέλους για μας. Στην ελληνική επίθεση, την άνοιξη του 1921 από Προύσα προς Εσκή Σεχίρ, η τουρκική αντεπίθεση ανάγκασε το Γ Σώμα Στρατού σε υποχώρηση (με νεκρούς), θέτοντας σε κίνδυνο το Α Σώμα Στρατού (που υποχώρησε επίσης).
Οι διοικητές τους ήταν αντιβενιζελικοί και είχαν αναλάβει πρόσφατα. Ο κίνδυνος ήταν μεγάλος. Όμως, την κρίσιμη στιγμή, μέσα από το δάσος του Χασάν Ντεντέ Τεπέ, ορμούν σαν διάβολοι οι Τσολιάδες μας. Είναι οι άνδρες του 5/42 Συντάγματος Ευζώνων του Πλαστήρα. Ο αιφνιδιασμός είναι απόλυτος και σε λίγο ανατρέπεται ολόκληρη η κατάσταση.
Οι Τούρκοι τρέπονται σε φυγή, εγκαταλείποντας 800 νεκρούς και 200 αιχμαλώτους, μαζί με άφθονο πολεμικό υλικό. Ύστερα από τόσους μήνες η κραυγή «Αέρα» αντηχεί και πάλι. Στους πρόποδες του Κιρκίς-Νταγ απέτυχε η προσπάθεια του Νικ. Πλαστήρα να κυκλώσει τον Κεμαλικό στρατό. Αν πετύχαινε η ενέργειά του αυτή, ο πόλεμος θα είχε τελειώσει νικηφόρα. Πάντως οι απώλειες της εαρινής επίθεσης του 1921 ήταν τρομακτικές και είχαν σοβαρό αντίκτυπο στην ψυχολογία των οπλιτών.
Το τηλεγράφημα του Ινονού στον Φεβζί Πασά ανέφερε: «Ο εχθρός εγκατέλειψε το πεδίο της μάχης στα στρατεύματά μας. Το πεδίο της μάχης είναι σκεπασμένο με τα πτώματα χιλιάδων Ελλήνων…». Η ανικανότητα του πρωθυπουργού Δ. Γούναρη θα συνεχίζονταν και στις διπλωματικές μάχες πού έδινε στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Κυρίως οι Γάλλοι και οι Ιταλοί ήταν αυτοί πού προσπαθούσαν να αναθεωρήσουν τη Συνθήκη των Σεβρών, προσφέροντας περισσότερα ανταλλάγματα προς τον Κεμάλ, του οποίου το κύρος μεγάλωνε μετά τις νίκες του στρατού του, στο δυτικό μέτωπο της Μικράς Ασίας.
Ακολούθησε η κατάληψη της Κιουτάχειας στις 2 Ιουλίου 1921 και λίγο αργότερα του Δορύλαιου (Εσκή Σεχίρ), από τις ελληνικές δυνάμεις. Οι μάχες πού ακολούθησαν ήταν επικές. Από τις 10 Αυγούστου 1921 αρχίζει η επίθεση προς το απόρθητο Καλέ Γκρότο που καταλήφθηκε τελικά. Οι Έλληνες πολεμιστές χωρίς νερό χωρίς ψωμί και υπό συνεχή καύσωνα πολέμησαν επί 19 ημερόνυχτα στην κόλαση του Σαγγάριου. Δόθηκαν πολλές και σκληρές μάχες, εκεί στα βάθη της Ανατολής, είναι αδύνατο να περιγραφούν όλες.
Μια και μόνο, όμως, είναι αρκετή, για να δώσει τη πραγματικότητα της εκστρατείας του Σαγγάριου. Και μόνο η λέξη «Καλέ Γκρότο» προκαλεί, μέχρι σήμερα, το δέος σ εκείνους, που σκαρφάλωσαν στις αιχμηρές κορυφές του – εκεί, που λευκάζουν ακόμη τ άταφα οστά εκατοντάδων ηρώων μας…» Στις προεκλογικές του δεσμεύσεις είχε περιλάβει την άμεση διακοπή των εχθροπραξιών.
Κατά τη διάρκεια της πορείας των Ελλήνων στρατιωτών κατά μήκος του ποταμού Σαγγάριου: Η πορεία ήταν μαρτυρική και σαν να μην έφτανε η αφόρητη ζέστη το μαρτύριο της δίψας το μεγάλωνε η ξηρά τροφή, που είχαν μαζί τους οι στρατιώτες μας – καπνιστές ρέγγες και κρεμμύδια. Θα έλεγε κανείς πως σκληρός βασανιστής είχε επινοήσει το μαρτύριο εκείνο.
Η εκστρατεία του Σαγγάριου ήταν ένα τραγικό σφάλμα, που την μετέβαλε σε έγκλημα το σχέδιο της επίθεσης. Ο κύριος όγκος του Στρατού μας ρίχτηκε σε μια εξαντλητική πορεία χιλιομέτρων δια μέσου της Αλμυράς Ερήμου, για να προσβάλει την αμυντική διάταξη του εχθρού από το αριστερό……η 10η Αυγούστου βρίσκει τους στρατιώτες μας στο όριο της αντοχής τους. Έχουν μεταβληθεί σε φαντάσματα.
Η σκόνη της Αλμυρός Ερήμου έχει διαποτίσει τους πνεύμονες τους, αναπνέουν με δυσκολία και τότε γίνεται ένα ακόμη θαύμα. Οι λόγχες αστραποβολούν κι οι στρατιώτες μας ορμούν ακάθεκτοι. Πού βρήκαν τη δύναμη τα παλικάρια εκείνα, μετά το μαρτύριο της ερήμου, πού βρήκαν το ψυχικό σθένος, όταν ένιωθαν, ότι διοικούνται από ανίκανους;
Στις 24 Αυγούστου, το Γενικό Επιτελείο αποφάσισε να σταματήσει τις επιχειρήσεις. Ο αρχιστράτηγος Παπούλας διέταξε γενική σύμπτυξη της Στρατιάς (14 Σεπτεμβρίου 1921). Για έναν ολόκληρο χρόνο οι επιχειρήσεις σταμάτησαν. Οι Τούρκοι με προκηρύξεις καλούσαν τους Έλληνες στρατιώτες να αυτομολήσουν Το Γενάρη του 1922 στασίασε το 49 Σύνταγμα πεζικού (αρνήθηκε να μετασταθμεύσει), που απαρτιζόταν από εφέδρους μεγάλης ηλικίας. Ο χειμώνας του 1922 ήταν ιδιαίτερα δριμύς ταλαιπωρώντας το στρατό μας. Έγινε η Διάσκεψη στο Παρίσι (10 Μαρτίου 1922).
Το νόμισμα (η δραχμή) διχοτομήθηκε (εσωτερικό δάνειο). Δυσφορία στο στράτευμα. Έγιναν αλλαγές κυβερνήσεων στην Ελλάδα. Αντικαταστάθηκε ο αρχιστράτηγος Αναστ. Παπούλας με τον Γ. Χατζηανέστη (15 Μαΐου 1922). Η ψυχολογία του στρατού είναι πολύ κακή, με σημαντικές λιποταξίες. Η τουρκική αντεπίθεση άρχισε στις 13 Αυγούστου στο Αφιόν Καραχισάρ.
Ο αιφνιδιασμός, η έλλειψη ενισχύσεων, η κακή ψυχολογία, η αποδιοργάνωση, οι κακές επικοινωνίες έφεραν σε 2 ημέρες την καταστροφή. Σώματα Στρατού και μεραρχίες αιχμαλωτίστηκαν, μεγάλος ο αριθμός νεκρών και πλήρης διάλυση. Μετά την κατάρρευση του μετώπου, το 5/42 Σύνταγμα Ευζώνων του Πλαστήρα ήταν από τα λίγα στρατιωτικά τμήματα που υποχωρούσαν τακτικά, δίνοντας μάχες με τον εχθρό.
Τις νύχτες ο Πλαστήρας φύλαγε σκοπός ο ίδιος ξεκουράζοντας τους εξαντλημένους ευζώνους του, ενώ μάζευε φυγάδες στρατιώτες που έβρισκε στο δρόμο, εντάσσοντάς τους πάλι στη μάχιμη μονάδα του. Ένα χαρακτηριστικό γεγονός πού δείχνει το ήθος και το χαρακτήρα του Μαύρου Καβαλάρη είναι αυτό πού συνέβη, κατά τη διάρκεια της υποχώρησης, στο σιδηροδρομικό σταθμό της Φιλαδέλφειας.
Εκεί οι λιποτακτούντες στρατιώτες είχαν ανέβει στα βαγόνια των τρένων που προορίζονταν για τη μεταφορά των αμάχων. Ο Πλαστήρας όταν κατέφθασε και είδε τα γυναικόπαιδα έξω από τα τρένα, παρέταξε τους τσολιάδες του γύρω από τα βαγόνια, και με μια βροντερή φωνή διέταξε να εκκενωθούν τα βαγόνια, διαφορετικά θα άνοιγε πυρ. Αμέσως οι φυγάδες στρατιώτες βγήκαν από τα τρένα και σώθηκαν έτσι χιλιάδες γυναικόπαιδα από βέβαιη σφαγή, αφού πρόλαβαν να μεταφερθούν στη Σμύρνη.
Από το Νυμφαίο, το Μπουρνάρμπασι και το Κοζαγάτς της Σμύρνης, ο Πλαστήρας έφτασε στο Λεστέρν-Νταγ, όπου κάλυψε τον άξονα υποχώρησης των ελληνικών τμημάτων από τον Τσεσμέ. Από το Καζιμίρ (27 Αυγ.), τα Δύο Αδέλφια (28 Αυγ.), τα Βουρλά (29 Αυγ.) και το Γκιούλ Μπακτσέ (30 Αυγ.), πέρασε από τα Αλάτσατα μέχρι το βράδυ της 2ας Σεπτεμβρίου που το 5/42 εγκατέλειπε τη Μικρά Ασία.
Όλα αυτά τα ονόματα που προαναφέρθηκαν και πολλά ακόμα (Σαλιχλή, Ουσάκ, Αλή Βεράν κ. ά), είναι τόποι που είδανε τον Πλαστήρα, νιώσανε το πέρασμά του, τον θαύμασαν στις ενέργειές του, και δεν… τον λησμονούν! Κανένας δεν μπορεί να μαντέψει πόσοι θα έμεναν ζωντανοί στην περιοχή της πόλης του Σαλιχλή, στις 23 Αυγούστου 1922, αν δεν είχε επέμβει ηρωικά το 5/42 του Πλαστήρα για να ανακόψει την τουρκική επίθεση.
Ωστόσο, η κατάρρευση του Μετώπου ήταν πια γεγονός. Όσα ακολούθησαν, έφεραν απογοήτευση και πολλές φορές θυμό και λύπη, σε όποια ελληνική ψυχή τα ερευνά μέσα στην ιστορία. Αμέτρητες οι φορές, που το 5/42, κι εδώ, έσωσε ελληνικά στρατιωτικά τμήματα από αφανισμό. Το Σύνταγμα του Πλαστήρα ήταν η μόνη στρατιωτική μονάδα, μέσα σ αυτή την πανωλεθρία, που εφάρμοσε ακριβώς τους κανόνες σύμπτυξης-υποχώρησης με απόλυτα πειθαρχημένο τρόπο, αναλαμβάνοντας ταυτόχρονα και τη διοίκηση άλλων διαλυμένων συνταγμάτων ακόμα και μεραρχίας, με τη σύμφωνη γνώμη των Διοικητών τους.
Μετέφερε «σε πλήρη τάξη» τα λείψανα της Στρατιάς της Μικράς Ασίας στη Χίο και στη Μυτιλήνη. Πρόσφερε μέγιστο έργο στη διάσωση της Στρατιάς και του πανικόβλητου ελληνικού πληθυσμού των περιοχών. Όμως και τα αισθήματα των Τούρκων για τον Πλαστήρα και τους ευζώνους του φαίνονται από μαρτυρία άλλου στρατιώτη, ο οποίος αιχμαλωτίσθηκε κατά την οπισθοχώρηση τον Αύγουστο του 1922 κοντά στο Ουσάκ:
«Μας πλησιάζει ένας αξιωματικός με στρατιώτας φορτωμένους με δεκάδες πακέτα σιγαρέττα για να τα δώση δήθεν σε όσους θα του δώσουν την πληροφορία που ήθελε: – Καραπιπέρ βάρ μου; (εννοούσε εάν ήταν μεταξύ των αιχμαλώτων ο Πλαστήρας. Έτσι τον έλεγαν οι Τούρκοι). Άλλος υπαξιωματικός μας ρωτούσε: – Σεϊτάν ασκέρ βάρμου; (εννοούσε εάν είχαμε μεταξύ μας τσολιάδες – διαβολοστρατιώτες). Αυτοί τους είχαν κάψη την καρδιά! Αυτοί τους είχαν εξευτελίση σε τέτοιο βαθμό, που ενόμιζαν πως οι τσολιάδες ήσαν υπεράνθρωπα όντα.
Ομολογώ κι εγώ, τους τρόμαξα στις επιθέσεις τους τσολιάδες, κυρίως στο Τομλού Μπουνάρ κι ως είδα τότε ξαφνικά ένα συμμαθητή μου της Ευαγγελικής Σχολής Σμύρνης, ντυμένο τσολιά στο Σύνταγμα του Πλαστήρα, κι ήσαν πολλοί Σμυρνιοί τσολιάδες στο Σύνταγμά του. Δοξασμένη φούντα, έγινες θρύλος. Και δός του ο Τούρκος αξιωματικός να ερωτά όλους: – Σεϊτάν ασκέρ, βάρ μου; Εννοείται από κανένα μας δεν πήρε την απάντησι που περίμενε. Στο τέλος απελπίστηκε κι έφυγε…».
Αφού έδωσε την τελευταία μάχη του ελληνικού στρατού στον Τσεσμέ, τον Αύγουστο του 1922, συντρίβοντας τους Τσέτες που έμπαιναν στη Σμύρνη διψασμένοι για ανθρώπινη σάρκα, το 5/42 Σύνταγμα Ευζώνων με τον Πλαστήρα αποχώρησε από τη γη της Ιωνίας.
Ήταν 2 Σεπτεμβρίου του 1922 απόγευμα 54 προς το βράδυ, όταν η τελευταία Ελληνική μονάδα, το θρυλικό 5/42 Σύνταγμα Ευζώνων εγκατέλειψε για πάντα τη Μικρά Ασία για να περάσει απέναντι στη Χίο, αφού πρώτα ο σαλπιστής του σάλπισε τη «Θοδώρα», το πολεμικό εμβατήριο του συντάγματος.
Πηγή: Σύντομη ιστορία του 5/42 Συντάγματος Ευζώνων της Λαμίας του Κωνσταντίνου Μπαλωμένου φυσικού – καθηγητή