“Σύμφωνα με τον Κλάιβ Φος (Clive Foss), έναν από τους σημαντικότερους βυζαντινολόγους, τα κάστρα της Μικράς Ασίας είναι πολύ περισσότερα από άλλα βυζαντινά μνημεία, άλλα δεν έχουν τραβήξει ακόμα το ενδιαφέρον των επιστημόνων. Για τον ιστορικό είναι συνήθως άχρηστα γιατί είναι αχρονολόγητα, για τον ιστορικό της τέχνης ή της αρχιτεκτονικής δεν έχουν τις εκλεπτυσμένες λύσεις των εκκλησιών και για τον Βυζαντινολόγο «της πολυθρόνας» είναι απλησίαστα.
Του Πέτρου Μεχτίδη
Και όμως η μελέτη των βυζαντινών κάστρων της Μικράς Ασίας μπορεί να μας δώσει πολύτιμες πληροφορίες όχι μόνο για τους συνεχείς αγώνες των Βυζαντινών κατά των ποικιλώνυμων εχθρών, αλλά και για πολλές άλλες πτυχές της ζωής τους.
Ξεκινώντας από τις περσικές επιθέσεις του 7ου αιώνα βλέπουμε την περίοδο αυτή μία ‘έκρηξη’ οχυρώσεων σε ολόκληρη τη Μικρά Ασία με τείχη να κατασκευάζονται και τις πόλεις να υποχωρούνε ή να μετακινούνται σε πιο οχυρές θέσεις. Πολλά από αυτά τα τείχη χτίστηκαν από οικοδομικό υλικό των γκρεμισμένων κτισμάτων (σπόλια) και άλλα παρουσιάζουν ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον: πενταγωνικοί πύργοι στην Άγκυρα ή λιγοστοί πύργοι στις Σάρδεις και την Έφεσο.
Οι επιθέσεις κατά των Αράβων τον 9ο αιώνα περιελάμβαναν νέες εκτεταμένες οχυρώσεις, όπως της Άγκυρας που δέχτηκε νέο εξωτερικό τείχος, ακρόπολη και εσωτερικό τείχος, της Νίκαιας όπου διπλασιάστηκαν οι πύργοι και του Κοτυαείου (Κιουτάχεια), όπου χτίστηκε νέο διπλό τείχος. “
απόσπασμα άρθρου που δημοσιεύτηκε στα ‘Ιστορικά Θέματα’ Ιανουαρίου
* Ο κ. Πέτρος Στ. Μεχτίδης είναι αρχαιολόγος – συντηρητής έργων τέχνης (Μουσείο Βυζαντινού Πολιτισμού).