Σμύρνη: Γοητευτική Μικρασιάτισσα

You are currently viewing Σμύρνη: Γοητευτική Μικρασιάτισσα

Εικόνες, σκέψεις και μοναδικές εμπειρίες στη γειτονιά του Αιγαίου.

Γεμάτη εικόνες και συναισθήματα είναι η Σμύρνη. Τόσο πολλές και τόσο αντιθετικές μεταξύ τους, που είναι σαν να συμπυκνώνεται εδώ πέρα όλο το «είναι» της Τουρκίας, ακριβώς στο σημείο εκείνο όπου η Δύση συναντά την Ανατολή. Και έχει κι απ’ τα δύο. Και Δύση, και Ανατολή. Κι έχει και λίγη… Ελλάδα, παρόλο που αυτό δεν το καταλαβαίνεις για κανένα λόγο αν δεν πας διαβασμένος ή αν δεν «κρατάς» από εδώ.

Πουλώντας σποράκια για τα περιστέρια στην κεντρική πλατεία του ρολογιού Κονάκ. (Φωτογραφία: ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΒΛΑΪΚΟΣ)

Εννέα και πλέον δεκαετίες μετά την Καταστροφή του ’22 και με σχεδόν ανύπαρκτο το ελληνικό στοιχείο, η τρίτη μεγαλύτερη πόλη της Τουρκίας (και δεύτερη πιο τουριστική), με τους 4.500.000 κατοίκους και τα πέντε πανεπιστήμια, είναι μια σύγχρονη πόλη που απολαμβάνει την «από δω» μεριά του Αιγαίου. Εχει ένα τεράστιο παραλιακό μέτωπο, αριστοκρατικές συνοικίες αλλά και φαβέλες (με εσωτερικούς μετανάστες, πολλοί εκ των οποίων είναι κουρδικής καταγωγής), πολλή νεολαία, μοντέρνες γυναίκες και άλλες με μαντίλες, πιστούς που προσεύχονται κάθε φορά που ακούγεται η φωνή του μουεζίνη και άλλους που συνεχίζουν απερίσπαστοι τη δουλειά τους.

Ολοι, όμως, πίνουν νερό στο όνομα του Κεμάλ Ατατούρκ, το πρόσωπο του οποίου δεσπόζει σχεδόν παντού· σε σημαίες και αφίσες, σπίτια, καταστήματα και δρόμους, αλλά και σε ένα τεράστιο γλυπτό φιλοτεχνημένο σε βράχο λίγο έξω από το κέντρο της πόλης.

Με ιστορία που μετράει πάνω από 8.000 χρόνια -υπάρχουν σημαντικοί αρχαιολογικοί χώροι τόσο εντός της πόλης (όπως η Αγορά) όσο και λίγο παραέξω (η Εφεσος και η Πέργαμος απέχουν μία ώρα δρόμο από εδώ)- αλλά και ιδιόμορφο παρελθόν (το οποίο σχετίζεται σε μεγάλο βαθμό με την αλλοτινή ελληνική παρουσία), η Σμύρνη φαίνεται πως διαγράφει μια δική της, κάπως αυτόνομη πορεία εντός της Τουρκίας.

Δεν είναι λίγοι, άλλωστε, οι νέοι και μορφωμένοι κυρίως κάτοικοί της που καμαρώνουν ότι ζουν στο πιο ριζοσπαστικό περιβάλλον της χώρας και δεν είναι καθόλου τυχαίο ασφαλώς ότι στις πρόσφατες βουλευτικές εκλογές σημειώθηκε σημαντική μείωση της δύναμης του κυβερνώντος Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης του Ταγίπ Ερντογάν. «Οσο έχουμε τη δυνατότητα να ψηφίζουμε, ελπίζουμε και στην αλλαγή», μου λέει λίγες ημέρες πριν από τις εκλογές η συντονίστρια εκδηλώσεων Deniz Can.

Η Σμύρνη θυμίζει λίγο τη Θεσσαλονίκη. Ολόκληρη βλέπει τη θάλασσα, ο κόσμος της κινείται σε πιο χαλαρούς ρυθμούς απ’ ό,τι στην Κωνσταντινούπολη, την ίδια στιγμή ωστόσο που -για εμάς τουλάχιστον τους επισκέπτες της- προσφέρει όλα τα καλά της Πόλης. Μπορεί να μην έχει Βόσπορο και Αγια-Σοφιά, αλλά δεν έχει επίσης και εκείνο τον συνωστισμό, που κουράζει και… τρομάζει.

Εδώ κυκλοφορείς άνετα, τρως πολύ, καλά και φθηνά, πιάνεις κουβέντα με τον κόσμο -οι περισσότεροι δεν μιλούν Αγγλικά, αλλά θέλουν οπωσδήποτε να σε κεράσουν έναν τούρκικο καφέ ή τσάι (μαγικός ο ήχος από τα κουταλάκια που χτυπούν στα τοιχώματα των γυάλινων μικρών ποτηριών καθώς ανακατεύεται η ζάχαρη στο τσάι)-, κάνεις αγορές (κατόπιν σκληρών διαπραγματεύσεων) στο τεράστιο υπαίθριο παζάρι της, που όπως ο Serdar, ένας πωλητής – «τσακάλι» στην είσοδο πίσω από την κεντρική πλατεία Κονάκ, μας πληροφορεί ότι η έκτασή του είναι όσο πενήντα γήπεδα ποδοσφαίρου.

Αν σου φτάσει ο χρόνος, ξεγλιστράς από τα σοκάκια του παζαριού, αρπάζεις ένα ταξί (που τα περισσότερα έχουν καλυμμένα τα καθίσματά τους με κιλίμια και γενικώς είναι φθηνά) και ανεβαίνεις προς το Kadifekale, το κάστρο πάνω στο λόφο για πανοραμική θέα στην πόλη, αλλά και για να έχεις την ευκαιρία να κατηφορίσεις έπειτα προς το κέντρο μέσα από τα στενά -αριθμημένα όλα τους- σοκάκια με τα αυθαίρετα σπίτια, όπου ο χρόνος μοιάζει να έχει γυρίσει πολλές δεκαετίες πίσω. Εδώ δεν έχει νόημα να ανοίξεις χάρτη.

Απλώς κατεβαίνεις προς τη θάλασσα μετρώντας απότομες κατηφόρες, αμέτρητα χαμόγελα παιδιών και άλλα τόσα απορημένα βλέμματα ενηλίκων (εδώ οι περισσότερες γυναίκες, μαμάδες και γιαγιάδες, φορούν μαντίλες) που αναρωτιούνται τι δουλειά έχουν δύο ξένοι, «τουρίστες θα είναι μάλλον», στις γειτονιές τους.

Κι έπειτα, προς το απόγευμα, βολτάρεις στη μεγάλη παραλία. Αυτή είναι η ώρα της Σμύρνης. Ξεκινάς από την προκυμαία -εκεί απ’ όπου έφυγαν τότε οι Ελληνες- και συνεχίζεις προς την «καλή» περιοχή της πόλης, την παλιά ελληνική συνοικία, το Alcansak. Κηπουροί το πρωί και καθαριστές το βράδυ περιποιούνται τους δημόσιους χώρους, τα πάρκα και τις παραλιακές καταπράσινες, ολάνθιστες νησίδες, όπου καιρού επιτρέποντος κατεβαίνει και… αποχαιρετά τον ήλιο που δύει στο βάθος ολόκληρη η πόλη.

Καφέ, ζαχαροπλαστεία και εστιατόρια γεμάτα κόσμο, άλλοι βολτάρουν με ποδήλατα και άλλοι με τα πόδια, άλλοι ψαρεύουν και άλλοι σηκώνουν χαρταετούς. Φωτογραφίες μπροστά στα σπουδαία μνημεία, αγάλματα και γλυπτά της παραλίας, σέλφι με φόντο το ηλιοβασίλεμα, πικνίκ, αυτοσχέδιες μουσικές και μπίρες στα γρασίδια. Ολοι είναι εδώ. Ολοι απολαμβάνουν την πόλη, κάτοικοι και επισκέπτες. Ολοι χαζεύουν το Αιγαίο και το κόκκινο σημαδάκι που βουτάει στη θάλασσα μέχρι να σκοτεινιάσει εντελώς και η κίνηση να μεταφερθεί πιο μέσα, στα στενά και στους κεντρικούς δρόμους της ωραίας γειτονιάς, που το πρωί είναι γεμάτοι εμπορικά καταστήματα και το βράδυ, φαγάδικα, καφέ και μπαρ.

Γεμάτη φοιτητές, η Σμύρνη έχει ζωή όλες τις ημέρες και τις νύχτες της εβδομάδας. Εχει ωραία λάιβ Τετάρτη βράδυ, έχει εστιατόρια και ταβέρνες γεμάτες κόσμο μέχρι αργά, έχει κάτι για τον καθένα. Σαν και ‘δω. Μια γειτονιά είμαστε άλλωστε!

Καθημερινή