Οι Προσφυγικοί Συνοικισµοί της Θεσσαλονίκης αποτελούν μνημεία της προσφυγικής ιστορίας της Ελλάδας. Η Θεσσαλονίκη, ως η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της χώρας, κλήθηκε να φιλοξενήσει ένα μεγάλο μέρος των προσφύγων της Μικράς Ασίας, οι οποίοι έφτασαν στην πόλη σε άθλιες συνθήκες, έχοντας χάσει τα πάντα.
Για την αντιμετώπιση του προσφυγικού ζητήματος, δημιουργήθηκαν πρόχειροι συνοικισμοί σε διάφορες περιοχές της Θεσσαλονίκης. Αυτοί οι συνοικισμοί, χτισμένοι από ξύλινα παραπήγματα και λαμαρίνες, στερούνταν βασικών υποδομών, όπως υδραύλιση, αποχέτευση και ηλεκτροδότηση.
Οι συνθήκες διαβίωσης ήταν άθλιες, με αποτέλεσμα να ξεσπούν συχνά επιδημίες ασθενειών.
Παρά τις δυσκολίες, οι πρόσφυγες με σκληρή δουλειά και αλληλεγγύη κατάφεραν σιγά σιγά να οργανώσουν τη ζωή τους στους συνοικισμούς. Δημιούργησαν σχολεία, εκκλησίες, αθλητικούς συλλόγους και πολιτιστικούς ομίλους, διατηρώντας ταυτόχρονα τα ήθη και έθιμα της πατρίδας τους.
Με την πάροδο του χρόνου, οι προσφυγικοί συνοικισμοί αναπτύχθηκαν και ενσωματώθηκαν στον αστικό ιστό της Θεσσαλονίκης. Σήμερα, αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της πόλης και φέρουν έντονα τα σημάδια της προσφυγικής ιστορίας.
Προσφυγικοί Συνοικισµοί Θεσσαλονίκης
Στα ανατολικά, η Νέα Κρήνη, η Αρετσού, το Κουρί, το Κατιρλί, το Δέρκων, η Καλαµαριά, το Καραµπουρνάκι, το Αλλατίνι, οι οικισµοί Προσφύγων Δηµοσιογράφων, Νέας Τούζλας, Ναυάρχου Βότση και Βυζαντίου.
Επίσης ανατολικά, οι οικισµοί Προσφύγων Τροχιοδροµικών, Οσίας Ξένης, Καισάρειας και Αθηνών-Μουταλάσκης, η Νέα Μαλακοπή, η Τούµπα και η Τριανδρία και βορειανατολικά το Πανόραµα.
Ο Συνοικισµός Χαριλάου, που κατοικήθηκε και από πρόσφυγες, προϋπήρχε από το 1920.
Βόρεια του κέντρου, οι Σαράντα Εκκλησιές, η Ευαγγελίστρια, ο Άγιος Παύλος, η Καλλιθέα, η Τρωάδα και η Τυρολόη, οι Συκιές, το Ροδοχώρι, η Πολίχνη, η Νεάπολη, ο Ρήγας Φεραίος και η Νέα Βάρνα.
Στα δυτικά, η Νέα Ευκαρπία, η Σταυρούπολη, το Νέο Κορδελιό, το Χαρµάνκιοϊ, ο Νέος Κουκλουτζάς (Εύοσµος), η Επτάλοφος, οι Αµπελόκηποι, η Ξηροκρήνη, η Νέα Μενεµένη, ο Βόσπορος, οι οικισµοί Σιδηροδροµικών, Ορτακιανών και Καϊστρίου Πεδίου.
Τέλος, στο κέντρο, δίπλα στον χώρο των εβραϊκών νεκροταφείων, ο οικισµός της Αγίας Φωτεινής.
Η Αγία Φωτεινή
[…] Η Αγία Φωτεινή αρχίζει από το Συντριβάνι και εκτείνεται προς τους Χορτατζήδες.
Από το άλλο µέρος προχωρεί προς το πεδίον του Άρεως έως το τέρµα των εβραϊκών
νεκροταφείων. Ολόκληρον αυτό το τµήµα µέχρι σήµερον ακόµη κτίζεται, είτε τη ανοχή
των Αρχών, είτε διότι κάνουν στραβό µάτι οι επιτηρούντες υπάλληλοι. Έτσι στις παραµονές των εκλογών –ήτο ευκαιρία βλέπετε– ξεφύτρωσαν περί τις εκατό παράνοµες
παράγκες. Οι επιστάται σε τέτοιες περιστάσεις είναι αρκετά βαρύκοοι.
[…] Σ’ όλο το συνοικισµό δεν υπάρχουν περισσότερες από πεντ-έξη βρύσες κι απ’
αυτές πρέπει να ποτίζονται τρεις χιλιάδες οικογένειες. Πολλές φορές το καλοκαίρι την
ηµέρα δεν τρέχουν καθόλου οι βρύσες. Και µονάχα το πρωί και τα µεσάνυχτα έρχεται το
νερό. Τότε το ξενύχτι στις βρύσες είναι απαραίτητο κι όποιος θέλει να διασκεδάση και
να αντιληφθεί πόση αξία έχει το νερό ας παρακολουθήση το θέαµα των συγκρούσεων
που γίνονται εκεί. Θα νοµίση ότι βρίσκεται στο µέτωπο και θα παρακολουθήση εκ του
πλησίον µια πραγµατική έφοδο για την κατάκτηση ολίγων ποτηριών νερού. Θ’ ακούση
γκαζοτενεκέδες να βαράνε, σταµνιά να σπάνουν στα κεφάλια, θα δη όλα τα τσόκαρα του
συνοικισµού κιόλα τα µυστικά των θα µάθη. Τα άπλυτα όλα βγαίνουν στη φόρα […].
(«Εφηµερίς των Βαλκανίων», 24 Μαρτίου 1929)
Φωτο: Σπίτια στον προσφυγικό συνοικισμό της Τούμπας Θεσσαλονίκης
Αρχείο Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών