Συνηθίζουμε να αποκαλούμε την Νέα Ιωνία και σήμερα προσφυγούπολη, από τους πρόσφυγες που ήρθαν και εγκαταστάθηκαν εδώ.
Του Χαρίτωνος ( Χάρη ) Φραγκούλη
Διωγμένοι, ξεσπιτωμένοι από τις προγονικές τους εστίες, έπρεπε να συντηρήσουν τις οικογένειές τους και να ξεχάσουν τον πόνο, την οργή, τη θλίψη, την αδικία από έναν τέτοιον ξεριζωμό.
Χαρακτηριστικά επικαλούμαι τον παππού μου , όταν τον ρωτούσαν από πού είσαι , έσκυβε το κεφάλι και απαντούσε << πρόσφυγοι >>. Γιατί δεν ήθελε να θυμάται , αλλά περισσότερο και να το συζητάει !!!! σκηνή που κατάλαβα το γιατί, πολύ μεγάλος. Αμέσως σχεδόν και χωρίς χρονοτριβές, στήθηκαν οι πρώτες παράγκες, για την στέγαση που ήταν απαραίτητο πριν πιάσει ο χειμώνας . Όλοι αυτοί οι άνθρωποι θα έπρεπε κάπου να απασχοληθούν, για να ζήσουν.
Το σχέδιο της κυβέρνησης για τους πρόσφυγες προέβλεπε εργοστάσια στην περιοχή τους , όπου την τεχνογνωσία την είχαν, και η περιοχή κάλυπτε τις προϋποθέσεις εγκατάστασης τους. Τα εργοστάσια είναι πλέον γεγονός, μαζί τους και οι πρώτες καμινάδες. Οι πρώτοι βιομήχανοι διαχειρίζονται τεράστιες εκτάσεις, με χιλιάδες τετραγωνικά μέτρα βιομηχανικές αίθουσες, αλλά και εργατικό δυναμικό το καλύτερο της εποχής.
Έτσι έχουμε τις πρώτες ταπητουργίες, εριουργίες, υφαντήρια, κλωστήρια, βαφεία, βαμβακουργεία, κεραμουργεία. Ονόματα όπως ΚΙΡΚΙΝΗΣ , ΕΛΛΗΝΙΔΑ, ΜΟΥΤΑΛΑΣΚΗ , και πολλά άλλα , γίνονται συνώνυμα με την Νέα Ιωνία. Δεν υπάρχει ούτε ένας Ιωνιώτης, που να μην δούλεψε o ίδιος ή συγγενής του ή κάποιος γνωστός του σε ένα από τα πολλά εργοστάσια.
Περνώντας τα χρόνια και αυξανόμενη η παραγωγή, δινότανε δουλειά φασόν και έξω !! Έτσι πολλά ήταν εκείνα τα σπίτια, πού έχοντας τον απαιτούμενο χώρο , είτε στην μέσα αυλή ή ορθώνοντας λίγους τσιμεντόλιθους πλάι στο άλλο, στήνανε δυό αργαλειά. Μικρά πρόχειρα εργοστάσια στις γειτονιές , που δούλευε ο κόσμος για να βελτιώσει λίγο πάρα πάνω το εισόδημά του.
Από νωρίς το πρωί, οι δρόμοι πλημύριζαν νιάτα, χαρούμενες και ανέμελες φωνές, πλάι στις ευωδιαστές σάν νυφούλες νεραντζιές , που συνέθεταν το όμορφο ανοιξιάτικο πρωινό. Το πρώτο φώς τους έβρισκε πίσω από τον αργαλειό, τάκα τούκα –τάκα τούκα έτρεχε η σαΐτα, διαγράφοντας παράλληλες νοητές γραμμές, τα αδράχτια ανέβαιναν κατέβαιναν , σε μια πανδαισία συντονισμένης κινητικής απόλαυσης, στην καρδιά του ακούραστου μηχανήματος . Πέρναγες απέξω και σε ξεκούφαινε ο χαρακτηριστικός και ιδιαίτερος, ξερός ήχος των αργαλειών.
Η ανάγκη για την εξασφάλιση του επιούσιου καθημερινά , δεν σου παρείχε την πολυτέλεια να ασχοληθείς με το μέτρημα των <<ντεσιμπέλς >> . Το πρωί μπαίνανε νέοι και φρέσκοι , και στο κολατσιό δεν τους αναγνώριζες , παππούδες με άσπρα μαλλιά και μουστάκια. Ήταν τα χνούδια από τα νήματα, που στην διάρκεια της βάρδιας γέμιζε από πάνω ίσαμε κάτω, τον λαιμό την μύτη, αλλά και τον πνεύμονα.
Με την εγκατάσταση των εργοστασίων ταυτόχρονα, δημιουργήθηκε και η ανάγκη σε υποδομές, προκειμένου να υποστηρίξουν την εύρυθμη λειτουργία τους. Γιατί μια διακοπή σήμαινε και μεγάλη οικονομική ζημιά. Έτσι λοιπόν στη Νέα Ιωνία εγκαθίστανται τα πρώτα Μηχανουργεία και νέες τέχνες έρχονται στην αγορά εργασίας. Λέξεις όπως τόρνος, φρέζα, πλάνη κ.ά. προστίθενται στο μυαλό και στις προτιμήσεις των νέων κάνοντάς τους να ατενίζουν το δικό τους μέλλον πιο λαμπρό.
Νέα παιδιά άλλα μικρά, και άλλα λίγο μεγαλύτερα. Φιλότιμα όμως , και σεβαστικά παιδιά . Κορμιά σπαθιά, με θέληση να μάθουν τη δουλειά. Πολλά από αυτά με τις ψυχούλες τους σημαδεμένες από τον πόλεμο και την κατοχή. Άλλα πάλι ορφανά, όπως ήταν και ο δικός μου ο πατέρας, θα πλαισιώσουν τους παλιούς μαστόρους για να <<κλέψουν >> τα μυστικά της τέχνης τους και να εξελιχθούν σε σπουδαίους τεχνίτες, ο καθένας στον τομέα του. Με σηκωμένα τα μανίκια, σκυμμένοι επάνω στις δουλειές τους, κατείχαν από μια θέση μέσα στο μηχανουργείο, την οποία τιμούσαν με θαυμαστή αξιοπρέπεια και ήθος.
Ονόματα όπως Βαλάσης, Σαζώτης, Αυγερινός Πεγκλίδης, Λουκάς Πετρίτσης, Σωτηριάδης, του Φίλιππα ή του Αρμένη το μηχανουργείο σφράγισαν εποχές, βάζοντας γερά θεμέλια στο οικοδόμημα που λέγεται Νέα Ιωνία. Πού δουλεύεις; στου Πετρίτση !! Ααα!! Σπουδαίος ο Λουκάς, καλός μάστορας !! Αυτός έχει δουλέψει στου Αυγερινού !!! λέγανε με καμάρι αλλά και θαυμασμό, ήταν τότε σαν να έχεις τελειώσει το Πολυτεχνείο.
Τέτοια ήταν η πληρότητα της μάθησης. Εκείνα τα χρόνια το μηχανουργείο του το είχε στoν τροχονόμο στην Πάρσης , σένα υπόγειο. Βέβαια ο θαυμασμός δεν απορρέει τυχαία , διότι του πήγαιναν ένα σπασμένο εξάρτημα από αργαλειό, σχεδόν θρύψαλα, και έπαιρνε ένα κομμάτι λάμα, άξονα, τι θα ήτανε, και το έφτιαχνε στον τόρνο πιο καλό και από καινούργιο !!! Το ίδιο έκανε και όταν δεν έβρισκαν ανταλλακτικά για τον κάθε τύπο αργαλειού, είτε γιατί δεν υπήρχαν στο εμπόριο, είτε γιατί ήταν πιο ακριβά, και δεν τους συνέφερε να τα αγοράσουν.
Καθότανε με εξαιρετική υπομονή, έβγαζε από το τετράγωνο τσεπάκι στο στήθος του μεγάλου και άνετου μπλε χιτωνίου του που ήταν, σετ με το παντελόνι τα γυαλιά. Τα χαμήλωνε πάνω στη μύτη, μέτραγε υπολόγιζε, τράβαγε με το σημαδευτήρι μια χαρακιά, και ξανά πάλι , δεν του άρεσε !! το διόρθωνε, δεν ήθελε απλά το καλό, πήγαινε για το τέλειο !!! << δέκα μέτρα , μία κόβε >> !!! έλεγε σοφά. Στο άψυχο, του έδινε ψυχή. Και στο άμορφο και ακατέργαστο μέταλλο , του έδινε μορφή, κάνοντάς το και πάλι εξάρτημα.
Άλλες φορές ο μάστορας κάθονταν στην πλάκα εφαρμογής μέτραγε , λιμάριζε, μέτραγε , μουρμούραγε, πότε έκλεινε το ένα μάτι, το κοιτούσε, άλλαζε μάτι, φτού, θέλει ακόμα λίγο πάρσιμο, μέχρι να πετύχη το άριστο αποτέλεσμα,το επιθυμητό. Υπήρξαν πάλι φορές, όπου του έφερναν γρανάζια σπασμένα, και με την γνωστή παροιμιώδη υπομονή του, κάνοντας τους υπολογισμούς που χρειάζονταν για τον αριθμό των ‘’ δοντιών,’’ πολύ γρήγορα κατασκεύαζε ένα καινούργιο.
Βάζοντας μπροστά τον τόρνο, ξεκινούσε ο μπάσος και με σταθερές στροφές ήχος του μοτέρ, για να περιστρέψει τον βαρύ άξονα, όπου πάνω σ αυτόν βρίσκεται σφιγμένο σταθερά το βίντι. Είναι αυτό το ειδικό εξάρτημα πάνω στον τόρνο, που κάνει την κατεργασία του μετάλλου. Και αυτό με τη σειρά του με αργές σταθερές κινήσεις , περιστροφικές , χειριζόμενο από τον ειδικευμένο τεχνίτη, θα χαράξει απαλά πάνω στο ακατέργαστο μέταλλο, αποσπώντας μικρά και μεγάλα ελικοειδή γρέζια. ( μεταλλικά υπολείμματα).
Για να πάρει σχήμα, μορφή, και το σπουδαιότερο αξία ως ανταλλακτικό. Το κουμπάσο και η ρίγα , το μικρόμετρο και το παχύμετρο, αχώριστοι, πιστοί και καλοί φίλοι, γυάλιζαν πάντα. Όχι από την αχρηστία ή την πάστρα τους, αλλά αντίθετα, από την πολλή και συχνή χρήση πού έκαναν. Κοιτώντας απέξω έβλεπες την τεράστια μέγγενη πάνω στον γυαλιστερό πάγκο, οπού έπεφταν οι ακτίνες του ήλιου, που έσφιγγε τα πάντα, και με εξαιρετική σταθερότητα, τόση που δεν θα ήθελες να είσαι στη θέση του σφιγμένου !!
Επάνω στο ταβάνι κρέμονταν το μεγάλο παλάγκο, πολύ γερά στερεωμένο. Στις αρχές δεν ήξερα τι είναι, εμένα μου έμοιαζε σαν ένα μεγάλο κεφάλι, που έβγαζε αλυσίδες από τα αφτιά, και πάνω του έγραφε ένα πέντε ταυ. Κάποια μέρα χρειάστηκε να μετακινηθεί, ένας πολύ βαρύς, μεγάλος άξονας, σηκώνοντας τον, και εκεί κατάλαβα την αξία του <<κεφαλιού >> , και τι σήμαινε το << πέντε ταυ >>. Που σήκωσε 5 ολόκληρους τόνους (5 Τ).
Όλα τα εργαλεία στη σειρά και με απόλυτη τάξη, το ένα πλάι στο άλλο, έτσι ώστε όταν έλλειπε κάποιο, ήξεραν πιο είναι. Πλάι στον πάγκο τα οξυγόνα, με αυτά κολλούσαν και με αυτά έκοβαν τα μέταλλα. Από την άλλη πλευρά του η τόρνα, τρυπάνι βαρύ και με αργές στροφές. Τρύπαγε όλων των λογιών τα μέταλλα.
Αντίκρυ ο μεγάλος κύριος του χώρου, ο μεγαλοπρεπής τόρνος, ο άρχοντας του εργαστηρίου, αυτός που καταφέρνει το ακατόρθωτο, κάνοντας πραγματικά θαύματα στα χέρια του έμπειρου τεχνικού. Δεξιά του η πλάνη, αυτή πάντα πλανεύτρα ήταν !! σαγηνευτική, αφαιρετική, αλλά λεία !! Στα αριστερά η φρέζα, άλλη αρχόντισσα αυτή, βαμμένη στα πράσινα της, καμάρωνε πλάι στον τόρνο, λες και ήταν ζευγαράκι ταιριαστό, αυτή ήταν για τα τελειώματα, το φινίρισμα, την κομψότητα, σκέτη παριζιάνα !!!
Παραδίπλα νάτο και το κολονοδράπανο, με τα λουριά που μεταδίδουν την κίνηση, μοιάζει σαν να φοράει τιράντες. Καμαρωτό καμαρωτό πίσω από την κολώνα, με το μεγάλο περιστρεφόμενο μοχλό, να κατεβάζει και να ανεβάζει σταθερά το περιστρεφόμενο τσόκ, με το 16άρι τρυπάνι , έτοιμο για να τρυπήσει στα σωθικά του το μέταλλο. Όταν δούλευαν τα μηχανήματα δεν άκουγες τίποτα, συντονίζονταν όλα μαζί και εσύ σκυμμένος στη δουλειά και στις σκέψεις σου .
Και όλα αυτά κοντά στο σχόλασμα, με τον φόρτο της δουλειάς δεν θα θυμίζουν τίποτα από την πρωινή σεμνή κατάσταση. Λίγο πριν σχολάσουν από τον ημερήσιο κάματο, οι παραγιοί θα καθίσουν υπομονετικά, να καθαρίσουν τα εργαλεία και το μηχανουργείο. Από τα γρέζια, που άλλα μικρά και άλλα μεγάλα, θαρρείς ότι μοιάζουν με τεράστιες συρμάτινες σκουληκαντέρες. Και από την μουτζούρα, κάνοντάς το και πάλι να λάμπει, για να σχολάσουν.
Έτσι ήταν η καθημερινή τακτική και η αρχή του μηχανουργείου. Μετά από μια τόσο κοπιαστική ημέρα, σπίτι, μια μίνι επανάληψη στα μαθήματα, και στο νυχτερινό σχολείο, άλλος στον ‘’ Όμηρο’’, και άλλος στον ‘’ Ήφαιστο’’ή και αλλού τότε !!! Πάνω από την πόρτα, το εικονοστάσι. Η εικόνα της Παναγιάς αριστερά, του Χριστού στα δεξιά, και στη μέση πάντα το μπουκαλάκι με τον Αγιασμό, με ένα κλαράκι βασιλικό, που κάθε πρώτη του μήνα ανανεωνόταν με πολλή αγάπη, και φροντίδα από την κυρά Βάσω την αφεντικίνα.
‘’Καλημέρα παιδιά , και καλό μήνα , για το καλό ‘’, έλεγε ραντίζοντάς μας. Άγιοι άνθρωποι, με πίστη και αξίες. Ποτέ δεν αδίκησαν άνθρωπο ή να του μίλησαν άσχημα. Και η πληρωμή πάντα στην ώρα της. Η πιο ωραία στιγμή της ημέρας, ήταν εκείνη του κολατσιού, που αρχίζανε τα πειράγματα ο ένας λέγοντας για τον άλλον, την ώρα που κάθονται όλοι γύρω γύρω να κολατσίσουν, να ανοίξουν οι καστανιές, με ότι καλό του ετοίμασαν από το σπίτι.
Βέβαια δεν έλειψαν και οι λεγόμενες προξενιές, όπου παντρεύονταν είτε κόρες και ανιψιές των αφεντικών, στη καλύτερη περίπτωση, είτε αδελφές και εξαδέλφες συναδέλφων, γιατί ήταν καλό το παιδί !! Τις υπόλοιπες ώρες, είναι όλοι αφοσιωμένοι σε αυτό που φτιάχνουν. Σωστό μελίσσι !! Δεν σηκώνει αστεία η δουλειά. Και όταν συνέβαινε κανένας μικροτραυματισμός, καμιά φορά, ο Μαστρο Αυγέρης έλεγε καθησυχαστικά : <<μ η φοβάσαι , δεν είναι τίποτα, θα περάσει γρήγορα. Από εκεί μπαίνει η τέχνη >> .
Πολλές υπήρξαν φορές, όπου εγκαταλειμμένα αργαλειά, επισκευάσθηκαν πουλήθηκαν και δούλεψαν για πολλά χρόνια ακόμα, προσφέροντας και με το παραπάνω τις πολύτιμες υπηρεσίες τους. Έτσι τα μηχανουργεία λειτουργούσαν και λειτουργούν στη βιομηχανία, υποστηρίζοντας μηχανουργικά, δίνοντας λύσεις γρήγορες ασφαλείς και κυρίως οικονομικές .
Στην <<ΕΛΛΗΝΙΔΑ >> μηχανικός ξακουστός που πέρασε ήταν ο Ορθόπουλος , πατέρας του γνωστού μας γιατρού !!! Άλλος φημισμένος μηχανικός, που πέρασε και εκείνος από της <<Ελληνίδας >> τα αργαλειά, ήταν και ο Χαρίτων ο Μελίδης. Ανήσυχο πνεύμα και δημιουργικό, παλιά καλή στόφα Μικρασιάτη, από την Σύλλη του Ικονίου ήταν η καταγωγή του, και το έλεγε όλος καμάρι. Λίγο αργότερα έβαλε δικά του, για να τα δουλέψει πιστά, για πολλά πολλά χρόνια. Αυτά προσφέρθηκαν τα τελευταία χρόνια στο μουσειακό χώρο του Κέντρου Μικρασιατικού Πολιτισμού από τους οικείους του.
Ο Ανέστης ο Κυνηγίδης είχε δουλέψει στο μηχανουργείο του Αυγερινού του Πεγκλίδη τότε !! προερχόμενος και αυτός, από το καλό εκείνο ‘’φυτώριο’’ της εποχής. Πολύ καλός εφαρμοστής, με μεγάλα αποθέματα υπομονής στη δουλειά του, υπηρέτησε στα μηχανουργεία με συνέπεια. Όπως και πολλοί ακόμα άλλοι μηχανουργοί, τα στοιχεία και τα ονόματα των οποίων, ο αδηφάγος χρόνος λησμόνησε.
Με ελάχιστα στοιχεία εδώ και εκεί, και εκείνα από βιώματα και θολές περιγραφές, θέλησα να φωτίσω μικρές πτυχές των μηχανουργείων και των ανθρώπων τους, που αποτέλεσαν τη ραχοκοκαλιά της αναδυόμενης τότε βιομηχανίας. Μιας πατρίδας που είχε τραβήξει τόσα, μα τόσα δεινά, πρώτο πόλεμο, προσφυγιά, δεύτερο πόλεμο, κατοχή, εμφύλιο. Και εδώ έρχεται το φιλότιμο, και η ελληνική ψυχή. Ήταν τότε που ήξεραν μόνο το ’’ ΕΜΕΙΣ ,’’ και’’ ΟΛΟΙ ΕΜΕΙΣ ‘’, όχι το εγώ !!! να διαδραματίσουν με την δική τους πολύτιμη συνεισφορά, στην ιστορική συνέχιση, την οικονομική ανάπτυξη, αλλά και την πρόοδο, της Νέας Ιωνίας, μέχρι και σήμερα..