Ομιλία του Γιάννη Κτιστάκι στην εκδήλωση για την επέτειο της Αλωσης της Πόλης που διοργάνωσε η Ενωση Μικρασιατών Θήβας με θέμα οι Ρωμηοί της Πόλης σήμερα
(29.5.2011)
Κυρίες και κύριοι,
Την προηγούμενη Δευτέρα εγκαινιάστηκε στην Κωνσταντινούπολη, στο μουσείο του Τοπ Καπί, από τον Οικουμενικό Πατριάρχη και τον Τούρκο Υπουργό Πολιτισμού μία ενδιαφέρουσα έκθεση με τίτλο «Ρωμηοί ζωγράφοι και καλλιτέχνες της Πόλης».
Αύριο, στην Αθήνα, στην Πλατεία Κλαυθμώνος, στο μουσείο της Πόλεως των Αθηνών, εγκαινιάζεται από τον Έλληνα Υπουργό Πολιτισμού και τον εκπρόσωπο του Οικουμενικού Πατριαρχείου μία άλλη, εξίσου ενδιαφέρουσα, έκθεση με τίτλο «Ρωμηοί αρχιτέκτονες της Πόλης».
Στα εγκαίνια της προηγούμενης βδομάδας ο Τούρκος Υπουργός Πολιτισμού έφερε αντιρρήσεις στην αγγλική απόδοση της λέξης Ρωμηός: κακώς τους προσφωνείτε στα αγγλικά Greeks, Έλληνες, είπε. Είναι Rum, είναι Ρωμηοί. Φαντάζομαι πώς αύριο ο Έλληνας Υπουργός Πολιτισμού θα απαντήσει αναλόγως: είναι Έλληνες, θα πει, και η σωστή μετάφραση των Ρωμηών στα αγγλικά είναι Έλληνες.
Η αλήθεια είναι ότι οι Ρωμηοί είναι οι ελληνόφωνοι και οι ελληνορθόδοξοι κάτοικοι των ακτών του Βοσπόρου. Με άλλα λόγια, είναι αυτοί που έχουν ελληνικό πολιτισμό. Πάνω από όλα, όμως, είναι οι αυτόχθονες. Οι Ρωμηοί γεννήθηκαν εκεί, στην Πόλη. Οι παππούδες τους και οι προπαππούδες τους γεννήθηκαν εκεί. Είναι οι μακρινοί απόγονοι των Ρωμαίων που, δεκαεπτά αιώνες πριν, είχαν θέσει στον τόπο αυτό τα θεμέλια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας της Ανατολής. Νοητά, λοιπόν, μπορούμε επίσης να υποθέσουμε ότι οι απώτεροι πρόγονοί τους ήταν εκεί, στην Πόλη, την 29η Μαΐου 1453.
Ποιοί είναι, όμως, σήμερα αυτοί οι Ρωμηοί της Πόλης; Αυτούς θα προσπαθήσω να περιγράψω στην σημερινή μου ομιλία.
Θα αρχίσω από τον χώρο τον οποίο ζουν, την Πόλη. Η πόλη έχει σήμερα 14 εκατομμύρια κατοίκους. Ο Βόσπορος χωρίζει την ασιατική από την ευρωπαϊκή Πόλη. Και οι δύο αυτές πλευρές έχουν αυτάρκεια σε υποδομές και υπηρεσίες. Ένας κάτοικος π.χ. της ασιατικής πλευράς μπορεί ακώλυτα μα ζήσει εκεί όλη του την ζωή, χωρίς να χρειαστεί να μεταβεί ποτέ στην ευρωπαϊκή. Υπολογίζεται ότι το 37% αυτών γεννήθηκαν σε άλλη περιοχή. Τούτο σημαίνει ότι δεν ξέρουν την ιστορία της Πόλης, τα κτήρια της, τις εκκλησίες και τα τζαμιά της. Δεν ξέρουν καν την ιστορία της πρόσφατης Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η οποία κατάρρευσε στις αρχές του 20ου αιώνα και την διαδέχθηκε το 1923 η σημερινή Τουρκική Δημοκρατία του Κεμάλ Ατατούρκ.
Μέσα σε αυτό τον χώρο, οι Ρωμηοί παρουσιάζουν δημογραφική κατάρρευση. Ενώ, δηλαδή, ο γενικός πληθυσμός αυξάνεται, οι αριθμοί τω Ρωμηών μειώνονται κατακόρυφα. Στις αρχές της δεκαετίας του 1900, περίπου 160.000 Ρωμηοί ζούσαν στην Πόλη. Το 1927, 100.214, το 1935 είναι 95.956. Το 1955, 67.550. Το 1965, είναι 47.207. Και σήμερα περίπου 3.000 ψυχές.
Οι αιτίες της δημογραφικής αυτής κατάρρευσης είναι γνωστές. Κατά διαδοχικά κύματα, έπειτα από οδυνηρά περιστατικά, το 1942, το 1955, το 1964, το 1974, οι Ρωμηοί εκδιώχθηκαν από την Πόλη.
Ποιοι Ρωμηοί, όμως, έμειναν στην Πόλη; Έμειναν οι εύποροι και οι οικονομικά αδύνατοι. Έμειναν εκείνοι δηλαδή που δεν μπορούσαν να πληρώσουν το κόστος της μετεγκατάστασης στην Ελλάδα αλλά και εκείνοι που είχαν μεγάλη ακίνητη περιουσία και θέλησαν να την διαφυλάξουν, παραμένοντας εκεί παρά τον κίνδυνο της ζωής τους. Οι Ρωμηοί επιχειρηματίες που ζουν σήμερα ακόμη στην Πόλη δείχνουν πλήρως ικανοποιημένοι από τη τύχη τους. Οι επιχειρήσεις τους είναι ανθηρές και οι ίδιοι χαρακτηρίζονται από μία υπερπλήρη δραστηριότητα. Όσο για τους λιγοστούς γιατρούς και πανεπιστημιακούς, έχουν κι αυτοί μια επαγγελματική σταδιοδρομία ανάλογη με αυτή που θα μπορούσαν να οικοδομήσουν σε άλλες χώρες. Αλλά οι προνομιούχοι παραμένουν ολιγάριθμοι. Η συνολική εικόνα της μειονότητας είναι μάλλον ζοφερή: φτώχεια, έλλειψη ιατρικής περίθαλψης και γηρατειά. Οι τελευταίοι συντηρούνται από τα επιδόματα, κυρίως, του ελληνικού κράτους
Βεβαίως, το υπαινίχθηκα προηγουμένως, στην Ρωμηοσύνη της Πόλης μπορούμε να εντάξουμε και τους Ρωμηούς της Αθήνας στο Παλαιό Φάληρο, την Νέα Σμύρνη και αλλού, οι οποίοι έχουν το πατρικό τους στην Πόλη ή το εξοχικό τους στα Πριγκηπόνησα και ταξιδεύουν, συχνά-πυκνά, στην γενέτειρά τους.
Τέλος, στους Ρωμηούς της Πόλης τελευταία προσμετρούνται και οι αραβόφωνοι του Χατάυ, της τουρκικής δηλαδή Αλεξανδρέττας, στην νοτιανατολική Τουρκία. Οι Ρωμαιορθόδοξοι αυτοί είναι χριστιανοί αραβικής καταγωγής και κουλτούρας αλλά από το 1990 έχουν εισρεύσει στην Πόλη και έχουν εκκλησιαστικώς υπαθχεί υπό το Φανάρι, μετακινούμενοι από το Πατριαρχείο Αντιοχείας στο οποίο μέχρι πρότινος ανήκαν.
Η ένταξή τους στους Ρωμηούς της Πόλης είναι σήμερα εξαιρετικά ενδιαφέρουσα. Καταρχήν, αυτοί οι αραβόφωνοι Χριστιανοί είναι οι μόνιμοι φύλακες-νεωκόροι των ενενήντα περίπου εκκλησιών της Πόλης. Κυρίως, όμως, ενισχύουν το δημογραφικό. Υπολογίζεται ότι οι αραβόφωνοι στην Πόλη είναι σήμερα περί τις 15.000 άτομα. Η ενίσχυση των μειονοτικών σχολείων της Πόλης με μικρούς αραβόφωνους μαθητές είναι από μόνη της σημαντική.
Και έρχομαι στην δεύτερη συνιστώσα, την Ρωμέικη παιδεία. Το 1920 υπήρχαν 17.420 μαθητές στα ρωμαίικα σχολεία. Το 1930, μετά την προσφυγιά, 7.650. Το 1945, 3.172 και 2012 το 1974. Σήμερα είναι μόλις 228 μαθητές σε όλες τις βαθμίδες, μέχρι το λύκειο. Σήμερα λειτουργούν στην Πόλη 7 δημοτικά και 3 μόνον Γυμνάσιο και Λύκεια για τους Ρωμιούς με σημαντικότερα την Μεγάλη του Γένους Σχολή, το Ζάππειο Παρθεναγωγείο και το Ζωγράφειο Γυμνάσιο. Σε αυτούς αντιστοιχούν 96 εκπαιδευτικοί, 1 εκπαιδευτικός για κάθε 2,3 μαθητές, οι οποίοι σε μεγάλο ποσοστό έρχονται από την Ελλάδα ή ενισχύονται από αυτήν. Και τούτο συμβαίνει διότι, σύμφωνα με την συνθήκη της Λωζάννης και ειδικώς με τις διεθνείς συμφωνίες που η ελληνική χούντα απερίσκεπτα έκανε, η εκπαίδευση των Ρωμηών στην Πόλη, όπως και των Μουσουλμάνων στην Θράκη, είναι δίγλωσση και εξαρτάται κατά το ήμισυ από την Τουρκία και κατά το ήμισυ από την Ελλάδα. Αυτό το γεγονός παραλύει κάθε εκπαιδευτική πολιτική και παιδαγωγικό προγραμματισμό. Πώς μπορεί ο μικρός Ρωμηός της Πόλης αλλά και ο μικρός Μουσουλμάνος της Κομοτηνής να μαθαίνει τα μαθηματικά στα Τουρκικά και την Γεωμετρία στα Ελληνικά; Πέρα, επομένως, από την δημογραφική κατάρρευση της Ρωμηοσύνης, τα σχολεία αντιμετωπίζουν και τις στρεβλώσεις των διμερών συμφωνιών Ελλάδος-Τουρκίας και τα εθνικιστικά παιγνίδια των διπλωματών που καλούνται κάθε σχολικό έτος να παίξουν μεταξύ των καθηγητών της Πόλης και της Θράκης.
Μέσα σε αυτό το εθνικιστικό κομφούζιο, οι αραβόφωνοι, φτωχοί επί το πλείστον, χριστιανοί έρχονται να τονώσουν τα Ρωμέϊκα σχολεία. Είναι όλοι τους πολύτεκνοι και έχουν ανάγκη της οικονομικής στήριξης των Ρωμιών. Για να τους προσελκύσουν, τα σχολεία τω Ρωμιών προσφέρουν μέχρι και δύο γεύματα καθημερινά στους αραβόφωνους αυτούς μαθητές, των οποίων και οι δύο γονείς είναι μεροκαματιάρηδες. Εν τούτοις, τα εκπαιδευτικά προβλήματα της πολυπληθούς αυτής ομάδας είναι δυσεπίλυτα: οι μαθητές μιλούν στο σπίτι αραβικά, στο σχολείο δε μαθαίνουν τα μαθηματικά στα Τουρκικά και την Γεωμετρία στα Ελληνικά.
Τρίτη σημερινή συνιστώσα των Ρωμιών της Πόλης είναι το Φανάρι. Οι Ρωμηοί της Πόλης βρίσκονται σήμερα, όπως και στο παρελθόν, υπό την σκέπη του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Αυτό σημαίνει ότι ο φυσικός και θεσμικός ηγέτης τους είναι ο Οικουμενικός Πατριάρχης, ο οποίος φέρει ταυτόχρονα τον τίτλο του Αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως. Ο σημερινός Πατριάρχης, ηγέτης με παγκόσμια -θρησκευτική και πολιτική- ακτινοβολία, τους τονώνει και τους γεμίζει υπερηφάνεια. Η εκλογή του Πατριάρχου Βαρθολομαίου το 1991 έδωσε πλήρη ώθηση στον Οικουμενισμό του Φαναρίου, που ήταν χωμένος βαθιά για πολλές δεκαετίες στα υπόγεια του Κερατίου κόλπου. Όταν προέκυψε το πρόβλημα στην Ιερουσαλήμ με τον προηγούμενο Πατριάρχη, το ζήτημα το έλυσε ο Π. Βαρθολομαίος. Όταν ο Πάπας θέλησε να συνομιλήσει με τους λοιπούς Χριστιανούς, ο Π. Βαρθολομαίος ήταν εκεί να τους εκπροσωπήσει. Τέλος, τώρα που ετοιμάζεται επιτέλους η Πανορθόδοξη σύνοδος, ο Π. Βαρθολομαίος θα προεδρεύσει όλων των Ορθοδόξων.
Βεβαίως, ο Οικουμενισμός του Π. Βαρθολομαίου είχε πρόσκαιρες απώλειες στους Ρωμιούς της Πόλης. Το Φανάρι δεν μπόρεσε, παράλληλα με το σοβαρό και πετυχημένο σχέδιο του Οικουμενισμού, να θέσει -ευθύς εξ αρχής- τις βάσεις μίας πραγματικής αναγέννησης της Ρωμέϊκης μειονότητας. Ο Παναγιότατος, διορατικός όπως είναι, το αντελήφθη. Με άξονα τα ιδρύματα της Ρωμιοσύνης, άρχισε σιγά-σιγά να οργανώνει αυτήν την αναγέννηση και σήμερα είμαστε σε πλήρη ανάπτυξη.
Και έρχομαι στην τελευταία συνιστώσα, τα ιδρύματα της Ρωμιοσύνης. Στην Πόλη, την Ίμβρο και την Τένεδο υπάρχουν σήμερα 71 ιδρύματα που ελέγχονται από τους Ρωμιούς. Πρόκειται για νομικά πρόσωπα που συστήθηκαν πριν το 1923 και λειτουργούν μέχρι σήμερα. Τα ιδρύματα αυτά ή βακούφια διοικούνται από εκλεγμένους από τους Ρωμιούς εκπροσώπους. Εκτός από δύο, τα πλουσιότερα, το ίδρυμα των νοσοκομείων του Βαλουκλή και το ίδρυμα της κοινότητας του Μπεσίκτας. Αυτά διοικούνται από τους ίδιους ανθρώπους, 20 χρόνια τώρα, σε αγαστή συνεργασία του Τουρκικού και Ελληνικού υπουργείου εξωτερικών.
Τα ιδρύματα αυτά έχουν αναγεννηθεί, λοιπόν, τα τελευταία χρόνια και με άξιους διοικητές έχουν αρχίσει να οργανώνονται. Οργανώνουν τα οικονομικά τους, επανατοποθετούν τις προτεραιότητές τους, συντηρούν τα κειμήλιά τους και προγραμματίζουν το μέλλον τους. Κύριος στόχος τους είναι να δημιουργήσουν εκείνες τις συνθήκες που θα επιτρέψουν την επιστροφή των Ρωμηών της Ελλάδος αλλά και νέων ελληνόφωνων, από Ελλάδα, Αμερική και αλλού. Το σύνθημά τους «ο επαναπατρισμός της ελπίδας» κυριαρχεί παντού στη Πόλη. Έκφανση αυτού του συνθήματος είναι και οι δύο εκθέσεις που ανέφερα στην αρχή για τους Ρωμιούς ζωγράφους και τους Ρωμιούς αρχιτέκτονες.
Επιτρέψτε μου, τώρα, να συνοψίσω την ομιλία μου. Οι Ρωμηοί της Πόλης σήμερα έχουν δύο προβλήματα και δύο ελπίδες. Τα προβλήματα είναι η δημογραφική κατάρρευση και η μειονοτική εκπαίδευσή τους. Οι ελπίδες τους είναι το Οικουμενικό Πατριαρχείο και τα ιδρύματά τους, οι κοινότητές τους, η οργάνωσή τους. Εκεί βασίζεται και το σύνθημά τους «ο επαναπατρισμός της ελπίδας».
Μπορεί η Ελλάδα να τους βοηθήσει; Θα έλεγα ναι αν, επιτέλους, πάψει αν ανακατεύεται. Ακόμη και τα επιδόματα που δίδει, ακόμη και οι επισκέψεις των παραγόντων της στην Πόλη, περισσότερα προβλήματα γεννούν παρά λύνουν. Ξέρετε, τα κάνουμε μούσκεμα στην Ελλάδα, τα κάνουμε μούσκεμα και στο εξωτερικό. Η Ρωμαίικη μειονότητα οργανώνεται και μπορεί σιγά-σιγά να ανταπεξέλθει με τα ιδρύματά της και να καλύψει τις προνοιακές ανάγκες των μελών της. Περαιτέρω, σας διαβεβαιώ, θα ελαττωθεί σημαντικότατα η ένταση στη Θράκη. Πιστεύω ακράδαντα ότι ο εθνικισμός έχει μετατρέψει τις δύο μειονότητες, του Ρωμηούς στην Πόλη και τους Μουσουλμάνους στην Θράκη, συγκοινωνούντα δοχεία. Βήχει ο Μουσουλμάνος στη Θράκη και αμέσως κρυολογεί ο Ρωμιός στη Πόλη και αντιστρόφως.
Ξέρετε, δεν υπάρχουν σήμερα μαγικές λύσεις. Αυτό που σας προανέφερα είναι το ιστορικό και νομικό συμπέρασμα από όμοιες εντάσεις στην κεντρική και δυτική Ευρώπη. Δεν είναι η Ελλάδα η εξαίρεση, ούτε η Τουρκία η εξαίρεση στην ιστορία. Πάρτε για παράδειγμα το Στρασβούργο, όπου σπούδασα: δύο παγκόσμιοι πόλεμοι έγιναν για να αλλάξει χέρια από την Γαλλία στην Γερμανία και πάλι πίσω. Ποιος σήμερα ξέρει ότι το Στρασβούργο είναι μειονοτική περιοχή της Γαλλίας με ιδιαίτερο καθεστώς θρησκευτικής ελευθερίας;
Στους ζοφερούς καιρούς που ζει η χώρα μας, είτε μιλάμε για την προστασία των Ρωμηών της Πόλης είτε των Μουσουλμάνων της Θράκης, είτε για τα οικονομικά ζητήματα της επικαιρότητας, να είμαστε σχεδόν σίγουροι ότι η λύση βρίσκεται στην σύγχρονη ευρωπαϊκή ιστορία. Δεν αποτελούμε εξαίρεση από τον κανόνα: και άλλοι ευρωπαϊκοί λαοί έχουν βρεθεί στην ίδια θέση με εμάς και έχουν να μας διδάξουν από τις εμπειρίες τους.
Επιτρέψτε μου και έναν προσωπικό τόνο.
Όπως γνωρίζετε πολύ καλά, δεν έλκω καμία καταγωγή από την Πόλη ή την Μικρασία. Εν τούτοις, από το 2004 που βρέθηκα στην Πόλη, ανταποκρινόμενος σε τιμητική πρόσκληση του Οικουμενικού Πατριάρχη για να αναλάβω την πρώτη δικηγορική υπόθεση του Φαναρίου ενώπιον του ευρωπαïκού δικαστηρίου, γοητεύτηκα από τον τόπο που άνθησαν δύο μεγάλες αυτοκρατορίες, η βυζαντινή και η οθωμανική. Από τότε, με την ιδιότητα του επικεφαλής της Νομικής Υπηρεσίας του Πατριαρχείου, ταξιδεύω στην Πόλη κάθε 2-3 βδομάδες για τις δικηγορικές υποθέσεις. Εν των μεταξύ, διέμεινα ένα ακαδημαϊκο εξάμηνο στην Πόλη για να διδάξω στο Πανεπιστήμιο του Βοσπόρου, μαζί με την γυναίκα μου με την οποία παντρευτήκαμε, επίσης, στις ακτές του Βοσπόρου. Σας παροτρύνω να επισκεφτείτε την Κωνσταντινούπολη, αυτή την μαγική πόλη, μία, δύο και περισσότερες φορές. Τα μνημεία της, βυζαντινά και οθωμανικά, οι εκκλησίες της και τα τζαμιά της δεν ανήκουν στο παρελθόν αλλά στο μέλλον. Δεν ανήκουν στους Τούρκους, ούτε στους Έλληνες αλλά στον ευρωπαϊκό πολιτισμό και, εν τέλει στην ίδια την ανθρωπότητα.
Γιάννης Κτιστάκις