Η δυναμική εξέλιξη του φωτορεπορτάζ στην Ελλάδα κατά τα χρόνια του Μεσοπολέμου οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στους Έλληνες της Μικράς Ασίας που ήρθαν πρόσφυγες μετά το 1922.
Ήταν ένα επάγγελμα που δεν απαιτούσε ιδιαίτερες τεχνικές γνώσεις παρά μόνον τόλμη και εφευρετικότητα και, καμιά φορά, θράσος. Σκοπός των φωτορεπόρτερ ήταν να πετύχουν την «είδηση», δηλαδή το στιγμιότυπο εκείνο που θα προκαλούσε το ιδιαίτερο ενδιαφέρον του κοινού όταν δημοσιευόταν σε ένα έντυπο. Η τεχνική και η ποιότητα της φωτογραφίας δεν είχε πρωτεύουσα σημασία, αφού το κύριο στοιχείο ήταν το ίδιο το θέμα. Γι’ αυτό και οι απαιτήσεις σε τεχνικό εξοπλισμό ήταν περιορισμένες.
Αρκούσε μια μηχανή για πλάκες 9×12 εκ. ή 10×12,5 εκ. ή, μετά το 1930, μια μηχανή 6×6 εκ., κυρίως η Rolleiflex, που έπαιρνε ρολό φιλμ 6 εκατοστών. Οι πιο σημαντικοί Μικρασιάτες φωτορεπόρτερ ήταν ο Δημήτριος Γιάγκογλου, ο Θωμάς Ιωνάς, ο Ευριπίδης Μάρτογλου, ο Βασίλειος Τσακιράκης, οι αδελφοί Μεγαλοκονόμου και ο Δημήτριος Φωτεινόπουλος. Εκτός βέβαια από τον Πέτρο Πουλίδη, εμφανίστηκαν τότε και άλλοι Ελλαδίτες φωτορεπόρτερ, όπως ο Δημήτριος Τριανταφύλλου, οι αδελφοί Φλώρου, ο Πόντιος Λάζαρος Ακκερμανίδης και άλλοι.
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΓΙΑΓΚΟΓΛΟΥ (1886-1941)
Ο Δ. Γιάγκογλου γεννήθηκε το 1886 στην πόλη Λεύκη (Οσμανιλίκ) της κεντρικής Τουρκίας, που βρίσκεται κοντά στον Σαγγάριο ποταμό, από εύπορους γονείς. Τελείωσε τη Γαλλική Σχολή στην Κωνσταντινούπολη και εργάστηκε εκεί ως υπάλληλος της εταιρείας σιδηροδρόμων Orient Express. Ένα από τα χόμπι του ήταν η φωτογραφία. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή βρέθηκε πρόσφυγας στην Αθήνα. Με εφόδιο τις φωτογραφικές του γνώσεις και με μια μηχανή, άρχισε να εργάζεται ως φωτορεπόρτερ.
Εγκαταστάθηκε στην οδό Εδουάρδου Λω 1 και εργάστηκε για σύντομο διάστημα συνεταιρικά με τους Αδελφούς Παπαδοπούλου. Λίγο αργότερα εγκαταστάθηκε στη στοά Εφεσίου και, τέλος, στην οδό Σταδίου 10. Υπήρξε ο πρώτος «εποχούμενος» φωτορεπόρτερ, αφού χρησιμοποιούσε μια μοτοσικλέτα μάρκας Harley Davidson για τις μετακινήσεις του. Συνεργάστηκε με όλες σχεδόν τις εφημερίδες και τα περιοδικά του Μεσοπολέμου και ήταν πολλές οι φορές που είχε πετύχει «πρωτιά» σε ορισμένες ειδήσεις. Υπήρξε μεθοδικός, εργατικός, τίμιος και με ηθικές αρχές, στοιχεία που τον βοήθησαν στην επαγγελματική του εξέλιξη.
Κατά τη μεταξική περίοδο, το φωτογραφικό πρακτορείο του είχε πολλή δουλειά, όπως όλα τα φωτογραφεία. Κοντά του εργάστηκε και ο μικρότερος γιος του Πάγκος. Μαζί με τον Δ. Γιάγκογλου εργάστηκε σχεδόν από την αρχή και ο Ευριπίδης Μάρτογλου, πρόσφυγας και συντοπίτης του από τη Λεύκη. Κοντά του επίσης εκπαιδεύτηκε και εργάστηκε για ένα διάστημα ο Τάκης Φωτεινόπουλος. Ο Δ. Γιάγκογλου πέθανε το 1941, στη διάρκεια της δύσκολης περιόδου της Κατοχής, σε ηλικία μόλις 56 χρόνων. Τα χρόνια εκείνα, το φωτογραφικό πρακτορείο του υπολειτουργούσε από τον γιο του και τους τέσσερις συνεργάτες του, διατηρώντας την ονομασία «Γιάγκογλου».
Φωτο Δημήτρης Γιάγκογλου. Επεισόδια μεταξύ απεργών εργατών και δυνάμεων της χωροφυλακής στην Ελευσίνα. Δεκαετία του 1930.
ΘΩΜΑΣ ΙΩΝΑΣ (1911-1990)
Φωτορεπόρτερ ο οποίος δημιούργησε αξιόλογο έργο και συγκρότησε μεγάλο φωτογραφικό αρχείο. Γεννήθηκε στη Θύρατης Μικράς Ασίας το 1911. Στην Ελλάδα ήρθε πρόσφυγας με την οικογένειά του το 1922. Το 1926 εργάστηκε ως βοηθός στο φωτογραφείο του Βίνση Ράνιου και αργότερα στο κατάστημα οπτικών και φωτογραφικών προϊόντων των Σικαρά και Παρασκευόπουλου στην οδό Βου-κουρεστίου, καθώς και στο κατάστημα φωτογραφικών ειδών του Δημήτριου Φύσσα στην οδό Σταδίου.
Το 1929 άνοιξε δικό του εργαστήριο στην οδό Ρόμβης, όπου εμφάνιζε και εκτύπωνε ερασιτεχνικές φωτογραφίες. Από το 1931 κατόρθωσε να ασχοληθεί αποκλειστικά με το φωτορεπορτάζ και ειδικότερα με το αστυνομικό. Μεταξύ των θεμάτων του ήταν και σκηνές των δρόμων της Αθήνας, αλλά και η κοινωνική και καλλιτεχνική ζωή. Το 1932 άνοιξε δικό του φωτογραφικό πρακτορείο στην πλατεία Καρύτση. Από το 1935 ήταν συνεργάτης της εφημερίδας Ακρόπολις και αργότερα της Απογευματινής. Κατά τη διάρκεια του Αλβανικού Πολέμου φωτογράφισε σκηνές από το μέτωπο.
Φωτογράφισε επίσης κατά την περίοδο του Εμφυλίου (1945-1949), ως ανταποκριτής της εφημερίδας Ακρόπολις. Τον Ιανουάριο του 1948, κατ’ εντολήν της εφημερίδας του, ακολούθησε τον δημοσιογράφο Επ. Αγαπητό στη Λιβαδειά για να καλύψουν φωτογραφικά και δημοσιογραφικά την απαγωγή του βουλευτή Λουκά Κουτσοπέταλου από τον ΕΛΑΣ. Φωτογράφισε δίκες εγκλημάτων, τη νυχτερινή Αθήνα, ξένους καλλιτέχνες στην Ελλάδα και άλλα γεγονότα με δυναμισμό και ιδιαίτερο ρεαλισμό.
ΑΔΕΛΦΟΙ ΜΕΓΑΛΟΚΟΝΟΜΟΥ
Οι τρεις αδελφοί Μεγαλοκονόμου, οι δίδυμοι Μπάμπης και Κώστας και ο μεγαλύτερος τους Μανώλης, γεννήθηκαν στη Σμύρνη. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή βρέθηκαν σε πολύ μικρή ηλικία πρόσφυγες στην Αθήνα. Από νέοι ασχολήθηκαν με το φωτορεπορτάζ, εργαζόμενοι αρχικά δίπλα σε πιο έμπειρους φωτογράφους. Αργότερα άνοιξαν δικό τους φωτογραφικό πρακτορείο στην οδό Άνθιμου Γάζη 13, «όπισθεν τηλεφωνικής έταιρείας», το οποίο ονόμασαν «Ελληνικά Φωτογραφικά Νέα».
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΕΓΑΛΟΚΟΝΟΜΟΥ (1914-1992)
Αδελφός του Μανώλη Μεγαλοκονόμου και δίδυμος αδελφός του Μπάμπη. Γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1914. Στην Ελλάδα ήρθε με την οικογένειά του πρόσφυγας σε ηλικία 8 ετών. Μετά το 1936, μαζί με τα δύο αδέλφια του ίδρυσαν το φωτογραφικό πρακτορείο «Φωτορεπορτάζ Αδελφών Μεγαλοκονομου», το οποίο αργότερα ονόμασαν «Ελληνικά Φωτογραφικά Νέα». Έδειξε ιδιαίτερη αγάπη για τη φωτοειδησιογραφική φωτογραφία, την οποία υπηρέτησε με επιτυχία και συνέπεια για 55 χρόνια. Οι συνάδελφοί του, εκτιμώντας τις γνώσεις και την πείρα του, τον αποκαλούσαν «ο Καθηγητής».
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΜΕΓΑΛΟΚΟΝΟΜΟΥ (1914-1999)
Ο δίδυμος αδελφός του Κώστα Μεγαλοκονόμου και μικρότερος από τον Μανώλη Μεγαλοκονόμου, τον άλλο τους αδελφό. Γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1914. Στην Ελλάδα ήρθε με την οικογένειά του πρόσφυγας σε ηλικία 8 ετών. Μετά το 1936, μαζί με τα δύο αδέλφια του, ίδρυσαν το φωτογραφικό πρακτορείο «Φωτορεπορτάζ Αδελφών Μεγαλοκονομου», το οποίο αργότερα ονόμασαν «Ελληνικά Φωτογραφικά Νέα». Αγαπούσε υπερβολικά τη δουλειά του και κάλυψε σχεδόν όλα τα ταξίδια της βασιλικής οικογένειας.
Ο ίδιος θεωρούσε από τις συγκλονιστικότερες στιγμές της καριέρας του τη φωτογράφιση της Μαρίας Κάλλας στη θαλαμηγό «Χριστίνα» του Αριστοτέλη Ωνάση. Είχε πηδήξει κρυφά στο πλοίο και τράβηξε τις φωτογραφίες, που έκαναν το γύρο του κόσμου. Οι συνάδελφοί του τον αποκαλούσαν το «γρήγορο πιστόλι» του ελληνικού φωτορεπορτάζ. Εγκατέλειψε τη φωτοειδησιογραφία στα 78 χρόνια του για να ασχοληθεί με την οργάνωση του τεράστιου αρχείου του. Πέθανε στην Αθήνα στις 22 Δεκεμβρίου 1999.
ΜΑΝΩΛΗΣ ΜΕΓΑΛΟΚΟΝΟΜΟΥ (1906-2002)
Γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1906. Ήταν μεγαλύτερος από τους δίδυμους αδελφούς του, τον Μπάμπη και τον Κώστα. Το 1922 έφτασαν πρόσφυγες στην Αθήνα, μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή. Ξεκίνησε να εργάζεται ως φωτορεπόρτερ από το 1929. Σύντομα κατόρθωσε να γίνει εκπρόσωπος των διεθνών πρακτορείων Associated Press και Keystone. Παράλληλα εργάστηκε ως αποκλειστικός φωτογράφος της εφημερίδας Ακρόπολις. Υπήρξε ο ιδιαίτερος φωτογράφος του Ελ. Βενιζέλου, τον οποίο ακολουθούσε στα ταξίδια του.
Το 1930 πήγε μαζί του στη Διάσκεψη της Άγκυρας, όπου υπογρά-φηκε το ελληνοτουρκικό σύμφωνο φιλίας. Λίγο πριν από τον πόλεμο διατηρούσε γραφείο κινηματογραφικών επικαίρων με την επωνυμία «Μέγα-Φιλμ», με συνεργάτη του τον οπερατέρ Joseph Hepp (Γιόζεφ Χέπ). Γύριζαν ταινίες από τα διάφορα γεγονότα και τις έδιναν να προβληθούν στα ελληνικά επίκαιρα. Παράλληλα διατηρούσε για ένα διάστημα φωτογραφικό πρακτορείο, με συνεταίρο του τον Βασίλη Τσακιράκη. Ο Μ. Μεγαλοκονόμου υπήρξε ένας καλός φωτορεπόρτερ γιατί διέθετε φαντασία, θάρρος, αποφασιστικότητα και αρκετό θράσος. Δεν ήταν λίγες οι φορές που μεταμφιεζόταν για να μπορέσει να πλησιάσει απαρατήρητος το θέμα του, και υπάρχουν πολλά ανέκδοτα για τη δράση του.
Κάτι αντίστοιχο έκανε και ο διάσημος φωτορεπόρτερ του Μεσοπολέμου Erich Salomon (Έριχ Σάλομον). Για τα κοινά στοιχεία που διέθεταν θα μπορούσε να αποκληθεί ο «Erich Salomon της Ελλάδας». Όταν ο Ουίνστον Τσώρτσιλ επισκέφθηκε την Ακρόπολη και ζήτησε να ζωγραφίσει τον Παρθενώνα, η Αστυνομία, για λόγους ασφαλείας, απαγόρευσε την είσοδο σε όλους εκτός από αυτούς που εργάζονταν στις αναστηλώσεις του Μπονάνου. Ο Μανώλης τότε ντύθηκε εργάτης, έβαλε τη μηχανή σε ένα ζεμπίλι και πέρασε μέσα. Από ένα άνοιγμα φωτογράφισε τον Τσώρτσιλ την ώρα που εργαζόταν χωρίς κανείς να καταλάβει τίποτα.
Το Σεπτέμβριο του 1927 έγινε… ορειβάτης στον Όλυμπο, για λογαριασμό της εφημερίδας Ελεύθερο Βήμα, όταν ανέβηκε στην κορυφή του μαζί με μια ομάδα Ελβετών αλπινιστών με επικεφαλής τον γνωστό φωτογράφο-ορειβάτη Fred Boissonnas και τον Baud-Bovy. Είναι ο πρώτος Έλληνας που φωτογράφισε τον Όλυμπο και δημοσίευσε φωτογραφία από την ανάβαση αυτή στην εφημερίδα του. Τις φωτογραφίες είχε τραβήξει με μια μηχανή με φυσούνα, 9×12 εκ.
Ο Δη μ. Καπλάνογλου γράφει σχετικά γι’Γ αυτόν: «Ο Μεγαλοκονόμος έδωσε στη φωτογραφία ουσιαστικό περιεχόμενο μισού αιώνα με φωτογραφίες. Η μία πιο πειστική από την άλλη. Αποκλειστικός φωτογράφος του Βενιζέλου, ακολουθεί τον κυβερνήτη σε όλα τα ταξίδια ώς την Άγκυρα. Τον παρακολουθεί και νεκρό ως τα Χανιά όπου θα αναπαυτεί μακριά από το φακό του μεγαλοφωτογράφου […]».
ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ ΜΑΤΟΓΛΟΥ (1898-1978)
Ο Ε. Μαρτόγλου γεννήθηκε στη Λεύκη της Βιθυνίας στη Μικρά Ασία. Το 1916 αποφοίτησε από τη Μεγάλη του Γένους Σχολή και στη συνέχεια εργάστηκε στο σχολαρχείο της Λεύκης και στη ζυθοποιία Borrondi. Δεν είναι γνωστό αν είχε ασχοληθεί από τότε με τη φωτογραφία. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή ήρθε στην Αθήνα και εγκαταστάθηκε στα προσφυγικά παραπήγματα στο λόφο του Στρέφη.
Το 1923 προσλήφθηκε από τον συγχωριανό και συγγενή του Δημήτρη Γιάγκογλου στο φωτογραφικό πρακτορείο του, στην οδό Σταδίου 10 (στο ίδιο κτίριο με την παλιά Αστυνομική Διεύθυνση), και άρχισε να δουλεύει επαγγελματικά ως φωτορεπόρτερ. Όπως οι περισσότεροι ρεπόρτερ, χρησιμοποιούσε μηχανές με φορμά 9×12 εκ. και γυάλινες πλάκες. Από την αρχή της σταδιοδρομίας του έδειξε τις ικανότητές του στο δύσκολο επάγγελμα που είχε επιλέξει. Φωτογράφισε τους καταυλισμούς των προσφύγων, η αποκατάσταση των οποίων ήταν τότε το μείζον θέμα για την Ελλάδα.
Μία από τις πρώτες μεγάλες επιτυχίες του ήταν η σκηνή της εκτέλεσης με τουφεκισμό των ληστών αδελφών Κουμπαίων στο Γουδί το 1929. Συνεργάστηκε με όλες σχεδόν τις αθηναϊκές εφημερίδες και κάλυψε όλα τα σημαντικά γεγονότα του Μεσοπολέμου: τον μεγάλο σεισμό της Κορίνθου το 1928, την επίσκεψη του Ε. Βενιζέλου στην Άγκυρα το 1936, τις διαδηλώσεις για την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα το 1951 κ.ά.
Ο Μαρτόγλου συνήθιζε να λέει τη ρήση «Τα γεγονότα πάντοτε υπάρχουν και θα υπάρχουν», θέλοντας έτσι να δείξει τη σημασία και το ρόλο του καταγραφέα τους φωτορεπόρτερ. Υπήρξε σε όλη του τη ζωή κυνηγός του στιγμιότυπου και χάρισε με το φακό του πραγματικά ντοκουμέντα της ελληνικής ιστορίας. Οι φωτογραφίες του δεν αποτελούν απλές καταγραφές, αλλά διαθέτουν ζωντάνια και ρεαλισμό, ιδιαίτερα αυτές από τις διαδηλώσεις και τα συλλαλητήρια, που πολλά κατέληγαν σε συγκρούσεις με την αστυνομία. Δάσκαλός του, αν και συνομήλικός του, ήταν ο Δημήτρης Γιάγκογλου, κοντά στον οποίο παρέμεινε μέχρι το θάνατό του το 1941.
Κατόπιν το ανέλαβε ο νεαρός και άπειρος Πάγκος Γιάγκογλου, ο οποίος χάθηκε πρόωρα στα Δεκεμβριανά του ’44. Εργάστηκε με αφοσίωση στο επάγγελμά του για 54 χρόνια και το μόνο που είχε ζητήσει ήταν μία τιμητική σύνταξη, την οποία δεν έλαβε ποτέ. Ο ίδιος είχε πει: «Περιμένω από την Πολιτεία που τόσο πρόβαλα στα δύο ημισφαίρια να μου δώσει τη σύνταξη που μου είχε τάξει από χρόνια. Όταν θα πάρω την πρώτη, τότε ως άλλος Συμεών θα πω το “νυν απολύεις τον δούλον Σου”».
ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΤΣΑΚΙΡΑΚΗΣ (1905-1982)
Ένας από τους πρωτοπόρους φωτορεπόρτερ του Μεσοπολέμου. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή ήρθε πρόσφυγας στην Αθήνα και, αφού δούλεψε για λίγα χρόνια μόνος του, συνεργάστηκε με τον Μανώλη Μεγαλοκονόμου και ίδρυσαν μαζί ένα από τα πρώτα φωτογραφικά πρακτορεία, που συνεργάστηκε, μέχρι τον πόλεμο του ’40, με τις μεγαλύτερες εφημερίδες, περιοδικά και πρακτορεία της Ευρώπης και της Αμερικής.
Υπήρξε ο πρώτος που τράβηξε αεροφωτογραφίες των ελληνικών πόλεων στις 19 Ιουλίου 1934, για λογαριασμό της εφημερίδας Ακρόπολις. «Πολλές φορές κινδυνεύσαμε με το “χάρτινο αεροπλανάκι” πετώντας πάνω από την Ελλάδα», διηγείται, «αλλάχάρη στην επιδεξιότητα του πιλότου Μπαρνιά κάναμε πάνω από 150 ώρες πτήση, χωρίς ευτυχώς να συμβεί τίποτα δυσάρεστο». Πριν από τον πόλεμο, και για ένα διάστημα, εργάστηκε συνεταιρικά με τον Δημήτριο Φλώρο και τον Ματθαίο Γενοβέζο.
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΦΩΤΕΙΝΟΠΟΥΛΟΣ (1912-1993)
Γεννήθηκε στη Σμύρνη το 1912. Το 1922, με τη Μικρασιατική Καταστροφή, ήρθε πρόσφυγας με την οικογένειά του στην Αγία Μαρίνα της Λαμίας. Μετά την τρίτη δημοτικού μεταφέρθηκε στην Αθήνα, στο ορφανοτροφείο του Πολυγώνου. Αργότερα τον πήγαν στο ορφανοτροφείο στα Χανιά της Κρήτης, όπου τελείωσε το Δημοτικό. Στη συνέχεια φοίτησε στο εξατάξιο διδασκαλείο της Δράμας. Μόλις τελείωσε την τετάρτη τάξη, πήγε για το καλοκαίρι στην Αθήνα, όπου και εγκαταστάθηκε μόνιμα.
Το 1933 προσλήφθηκε στο φωτογραφικό πρακτορείο του Μανώλη Μεγαλοκονόμου, ως ασκούμενος. Δύο χρόνια αργότερα αισθάνθηκε ότι γνώριζε αρκετά και άνοιξε δικό του πρακτορείο στην οδό Βερανζέρου 6. Κατά την περίοδο της δικτατορίας του Μεταξά φωτογράφιζε, όπως έκαναν όλοι οι φωτορεπόρτερ, τις δραστηριότητες της κυβέρνησης, τις γιορτές, τις θεμελιώσεις των δημοσίων έργων και τη δράση της ΕΟΝ. Το 1939 συνεργάστηκε με τον Δημ. Φλώρο, αλλά μόνο μέχρι την κήρυξη του Ελληνοϊταλικού Πολέμου.
Ο Δημήτριος Φωτεινόπουλος ασχολήθηκε με όλα τα είδη του φωτορεπορτάζ: το πολιτικό, το κοινωνικό, το καλλιτεχνικό και το αθλητικό, στο οποίο έδειξε ιδιαίτερη κλίση και αγάπη. Ασχολήθηκε επίσης με τα συνδικαλιστικά των φωτορεπόρτερ και διετέλεσε μέλος του ΔΣ της Ένωσης Φωτοειδησιογράφων για δεκαπέντε χρόνια.
Δημήτριος Φωτεινόπουλος. 0 Ιωάννης Μεταξάς εγκαινιάζει μια έκθεση, 1937.
ΛΑΖΑΡΟΣ ΑΚΚΕΡΜΑΝΙΔΗΣ (1903-1947)
Ο Ακκερμανίδης ήταν Πόντιος από τα Σούρμενα της τότε Σοβιετικής Ένωσης. Όταν αντέδρασε προς το σταλινικό καθεστώς, απελάθηκε το 1932 ως ανεπιθύμητος και ήρθε πρόσφυγας στην Ελλάδα. Όπως συνήθιζαν και πολλοί άλλοι πρόσφυγες, στράφηκε στη φωτογραφία για βιοπορισμό. Δεν υπάρχουν πολλές πληροφορίες για την πορεία του, τα πρώτα του χρόνια στην Ελλάδα.
Είναι γνωστό, όμως, ότι εργάστηκε για ένα διάστημα στους αδελφούς Μεγαλοκονόμου, ως φωτορεπόρτερ. Για τον Ακκερμανίδη, ο Μανώλης Μεγαλοκονόμου είχε πει: «Ο Λάζαρος ήταν ένας έξυπνος Μαυροθαλασσίτης. Ήταν εργατικός, συνεπής και αγαπούσε πολύ τη δουλειά του». Οι φίλοι και συνεργάτες του τον αποκαλούσαν «ο Πόντιος», χαρακτηρισμό που ο Ακκερμανίδης τον θεωρούσε τιμητικό, αφού υποδήλωνε την καταγωγή του. Γύρω στο 1938 άνοιξε φωτογραφείο στην Κατερίνη. Η σημαντική προσφορά του Ακκερμανίδη είναι οι φωτογραφίες που τράβηξε το 1940, κατά τον Ελληνο-ϊταλικό Πόλεμο.
Άλλοι Έλληνες φωτορεπόρτερ
ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΚΟΥΡΜΠΕΤΗΣ
Φωτορεπόρτερ που ξεκίνησε την καριέρα του κατά τη δεύτερη δεκαετία του Μεσοπολέμου και σύντομα διακρίθηκε στο είδος αυτό. Ο Κουρμπέτης ασχολήθηκε με τα κινηματογραφικά επίκαιρα (ζουρνάλ) κατά τα χρόνια εκείνα. Γι’ αυτό η φίρμα του ήταν τότε: «Φωτο-φιλμ Κουρμπέτη | Φωτογραφικό ρεπορτάζ | Κινηματογραφικοί ταινίαι γεγονότων | Εκτέλεση και παραγωγή». Η ύπαρξη φωτογραφιών του από τη Μικρασιατική Εκστρατεία αποδεικνύουν ότι για κάποιο διάστημα βρέθηκε στη Μικρά Ασία.
ΠΕΤΡΟΣ ΠΟΥΛΙΔΗΣ (1886-1967)
Θεωρείται ο πρωτεργάτης του ελληνικού φωτορεπορτάζ από τις αρχές του 20ού αιώνα. Γεννήθηκε στη Λάκκα Ιουλίου το 1876. Σε ηλικία δέκα χρόνων πήγε στην Κωνσταντινούπολη, για να σπουδάσει στη Μεγάλη του Γένους Σχολή. Παράλληλα εργαζόταν σε κατάστημα οπτικών για να ζήσει. Στην Πόλη αγόρασε μια μηχα-νή-κουτί, που έπαιρνε γυάλινες πλάκες 9×12 εκ.: «Την αγόρασα το 1900, από το “Μπον Μαρσέ” στην Πόλη. Ούτε ήξερα καλά-καλά σε τι Θα μου χρησίμευε. Πάντα μου άρεσαν τα καινούργια πράγματα… Ένας καβγάς με ένα Τούρκο ήταν η αιτία να απελαθώ στην Ελλάδα το 1903. Ήρθα στην Αθήνα και τραβούσα ό,τι μου κατέβαινε […]», διηγείται.
Πρώτη μεγάλη επιτυχία του ήταν η φωτογράφιση της δολοφονίας του πρωθυπουργού Θ. Δηλιγιάννη, όπως προαναφέρθηκε σε προηγούμενο κεφάλαιο. Το 1920 παντρεύτηκε και απέκτησε οχτώ παιδιά. Τότε άρχισε να γίνεται γνωστός και στο εξωτερικό. Πολλά ξένα πρακτορεία και εφημερίδες τον επέλεξαν ως ανταποκριτή τους: Keystone, Paris Soir, New York Times, Reuter, Illustration κ.ά.
O Πουλίδης βρισκόταν παντού, φωτογράφιζε τα πάντα. Στα χρόνια του Μεσοπολέμου, οι επαναστάσεις και οι αντεπαναστάσεις αποτελούσαν γι’ αυτόν καθημερινά θέματα. Στη διάλυση των δημοκρατικών ταγμάτων, ο φωτογράφος τραυματίστηκε για δεύτερη φορά. Συνέχισε όμως απτόητος. Οι πρόσφυγες, οι δικτατορίες, τα κινήματα και τα συλλαλητήρια, όλα καταγράφονταν από το φακό του.
ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ (1915-1996)
Το 1930, σε ηλικία μόλις δεκαπέντε χρονών, εργάστηκε ως βοηθός στο φωτογραφικό πρακτορείο του Κυριάκου Κουρμπέτη. Το 1932 απέκτησε την επαγγελματική ταυτότητα του φωτορεπόρτερ. Άρχισε τότε να συνεργάζεται με τις αθηναϊκές εφημερίδες Ελλη νικάς Λαός το 1932, Νέος Αιώνιο 1933, Αθλητικά Χρονικά ίο 1934, Πρωία το 1936. Από την αρχή της σταδιοδρομίας του γνώρισε την επιτυχία. Ήταν ανάμεσα στους πρώτους που βρέθηκαν στο τόπο της απόπειρας δολοφονίας του Ελ. Βενιζέλου στις 6 Ιουνίου 1933 στην Κηφισιά και στις 24 Νοεμβρίου 1935, κατά την άφιξη και υποδοχή του βασιλιά Γεωργίου. Ο Τριανταφύλλου δραστηριοποιήθηκε πολύ περισσότερο μετά τον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο.
ΑΔΕΛΦΟΙ ΦΛΩΡΟΥ
Ο Φώτης, μαζί με τους αδελφούς του Δημήτριο (Τάκη) και Λεωνίδα Φλώρο, άνοιξαν φωτογραφικό πρακτορείο το 1935 στην οδό Πατησίων 15. Στα χρόνια της Κατοχής υπολειτούργησε, ενώ μετά την Απελευθέρωση ο Τάκης Φλώρος αποχώρησε (1946) για να συμμετάσχει στους Ηνωμένους Φωτορεπόρτερ.48 Το πρακτορείο διατήρησαν οι δύο αδελφοί του. Γύρω στο 1960 το μετέφεραν στην οδό Θεμιστοκλέους, μέσα σε στοά.
ΤΑΚΗΣ ΦΛΩΡΟΣ (1911-1970)
Ο πιο γνωστός από τους τρεις αδελφούς Φλώρου. Γεννήθηκε στη Μερκάδα της Λαμίας. Το 1928, σε ηλικία 17 χρονών, εργάστηκε ως βοηθός στο φωτογραφικό πρακτορείο του Δημήτριου Γιάγκογλου. Στα τρία χρόνια που παρέμεινε εκεί απέκτησε τις γνώσεις που τον βοήθησαν καθοριστικά στην εξέλιξή του στο χώρο του φωτορεπορτάζ. Το 1935 άνοιξε δικό του γραφείο στην οδό Πατησίων 15, απέναντι από το Ξενοδοχείο «Πατρίς», συνεργαζόμενος με τους αδελφούς του Λεωνίδα και Φώτη.
Πριν από τον πόλεμο, και για ένα διάστημα, εργάστηκε συνεταιρικά με τον Βασίλειο Τσακιράκη και τον Ματθαίο Γενοβέζο. Το 1939 δούλεψε μαζί του ο Δημ. Φωτεινόπουλος, αλλά ο πόλεμος του ’40 διέκοψε τη συνεργασία τους. Μετά το 1946 δουλέψε ως συνεταίρος στους Ηνωμένους Φωτορεπόρτερ. Όπως και ο Δ. Τριανταφύλλου, έτσι και αυτός δραστηριοποιήθηκε πολύ περισσότερο μετά τον Ελληνοϊταλικό Πόλεμο.