Το κείμενο για τους Τουρκορθόδοξους που ζήτησαν άδεια για εγκατάσταση στο Σεϊντι Σεχήρ είναι όχι μόνο ανιστόρητο αλλά και αστείο.
Όπως γνωρίζουμε από τα μέσα του 19ου αιώνα παρετηρήθη το φαινόμενο μεταναστεύσεως κάποιων μεμονωμένων Συλλαίων σε γειτονικές πόλεις ή χωριά, προκειμένου αυτοί να επεκτείνουν τις εμπορικές τους επιχειρήσεις.
Έτσι έχουμε λίγους Συλλαίους εμπόρους να εγκαθίστανται στα Πέρμαντα, άλλοι στο Ιλγκίν, στο Σειντί-σεχίρ, στο Καραμάν, στο Ερεγλί, στο Καντίν-χαν κ.α. Οι μικρές αυτές κοινότητες Συλλαίων (συνήθως από 10 έως 20 άτομα ), ήταν οικογενειακές εμπορικές συσπειρώσεις, που απετελούντο από Ελληνορθόδοξους. οι οποίοι όμως δεν διέκοπταν τον δεσμό της μικρής αποικίας με τη μητρόπολη, δηλαδή τη Σύλλη.
Επέμεναν να βαφτίζουν τα παιδιά τους μόνο στη Σύλλη και να τα εγγράφουν στο ληξιαρχείο της γενέτειράς τους, δηλ. πάντοτε της Σύλλης. Τις μικρές αυτές εποικίσεις στα Τουρκοχώρια και στις τούρκικες πόλεις της ευρύτερης περιοχής τις πραγματοποιούσαν μόνο Έλληνες, γιατί μόνο οι Έλληνες ασκούσαν το εμπόριο της όλης περιοχής. ( Επι παραδείγματι : ο παππούς μου είχε μια εμπορική εγκατάσταση στο Καντίν-χαν , όπου εγκαθίστατο ο ίδιος μόνο 5 έως 6 μήνες κάθε χρόνο, ενώ η οικογένειά του εξακολουθούσε να ζει στη Σύλλη. Είχε μάλιστα μια ιδιοκτησία δύο μεγάλων αιθουσών, όπου αποθήκευε τα εμπορεύματά του και τα πωλούσε στους κατοίκους της ευρύτερης περιοχής ).
Οι σημερινοί κήρυκες τέτοιων απόψεων, που αντλούν επιχειρήματα από τα επώνυμα των εμπόρων αυτών, ξεχνούν ότι τα τουρκόφωνα επώνυμα των Ελλήνων της Καππαδοκίας τα έδωσαν οι ίδιοι οι Τούρκοι απογραφείς όταν συνέτασσαν τις απογραφές των χριστιανικών πληθυσμών. Δεν ήταν Τούρκοι όλοι αυτοί, τους οποίους αναφέρουν, αλλά Έλληνες που ήταν υποχρεωμένοι να χρησιμοποιούν τα βιαίως αποδοθέντα σε αυτούς τουρκογενή επώνυμα, που ατυχώς τους ακολούθησαν και κατά την εγκατάστασή τους στην Ελλάδα.
Η προσπάθεια κάποιων Τούρκων να εμφανίσουν αυτούς τους Συλλαίους εμπόρους ως …Τουρκορθόδοξους είναι κυριολεκτικώς αστεία. Οι Έλληνες έμποροι από τη Σύλλη ήταν αναγκασμένοι να πάρουν την άδεια από τις τουρκικές αρχές για να ιδρύσουν τα εμπορικά τους καταστήματα. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι ήταν Τούρκοι, ήταν απλώς υπήκοοι, σκέτοι ραγιάδες. Παρόμοιες προσπάθειες πλαστογραφήσεως της Ιστορίας, σε μεγαλύτερη βεβαίως κλίμακα, είχαν αποπειραθεί οι Τούρκοι κυρίως στη Λωζάνη, θέλοντας έτσι να κρατήσουν τους λεγόμενους Καραμανλήδες ( δηλ. τους Καππαδόκες που μίλαγαν και τούρκικα, εκτός από ελληνικά, ή σε πολλές περιπτώσεις και μόνο τούρκικα ), είχαν όμως διασώσει την ελληνική γραφή, αποδίδοντας με τα γράμματα του ελληνικού αλφαβήτου τα τούρκικα που μιλούσαν. Αυτά είναι τα λεγόμενα καραμανλίδικα. (Σημ. Η εκμάθηση της οθωμανικής γραφής ήταν τρομερά δύσκολη, αφού βεβαίως δεν είχε ακόμη εισαχθεί το λατινικό αλφάβητο που καθιέρωσε αργότερα βιαίως ο Ατατούρκ ).
Δήθεν Toυρκορθόδοξοι και Παπαευθύμ
Τους λεγόμενους δήθεν Τουρκορθόδοξους θέλησαν προς στιγμήν να εξαιρέσουν της Ανταλλαγής των Πληθυσμών και να τους εμφανίσουν ως …ποίμνιον του Παπαευθύμ. Η απόπειρα αυτή της κατασκευής Τουρκοορθόδοξων δεν κράτησε παρά ελάχιστους μήνες,. Τελικά και οι ίδιοι οι Τούρκοι εγκατέλειψαν στη Λωζάνη την προσπάθεια αυτή αναγνωρίζοντας πως δεν είχε καμία ιστορική βάση. ΄Αλλωστε και ο περιβόητος Παπαευθύμ, που φιλοδοξούσε να τεθεί επικεφαλής των “ τουρκορθοδόξων”, δεν έτυχε καμίας σοβαρής αποδοχής από τους Έλληνες της περιοχής, οι οποίοι με τους διπλωματικούς ελιγμούς του μητροπολίτη Ικονίου Προκοπίου Λαζαρίδη και συνεχείς παραπειστικές αναβολές γύρισαν τελικά την πλάτη τους στον Παπαευθύμ και ουσιαστικά τον αποδοκίμασαν. Ταυτόχρονα όμως προσέφευγαν στον ίδιο το Βενιζέλο (βλ. σχετικά άρθρο μου στη εφημερίδα Μικρασιατική Ηχώ, αρ. Φύλλου 424 του Ιανουαρίου του έτους 2014 .όπου δημοσίευσα για πρώτη φορά μια άγνωστη ως τότε έκκληση των καππαδοκικών σωματείων της Κωνσταντινούπολης προς τον Ελευθέριο Βενιζέλο προκειμένου να φροντίσει στις διαπραγματεύσεις για τη σωτηρία των Ελληνοορθοδόξων της Καππαδοκίας από τις τουρκικές ορέξεις.).
Ενδεικτικό της άγνοιας των “ιστορικών συγγραφέων” είναι το αναφερόμενο από αυτούς ότι “¨οι Τουρκοορθόδοξοι από τη Σύλλη δεν μιλούσαν άλλη γλώσσα εκτός από την τουρκική “( !!!…). Χαμπάρι δεν έχουν οι πλαστογράφοι αυτοί της Ιστορίας ότι οι Συλλαίοι όχι μόνο μιλούσαν ελληνικά αλλά και καθόλου δεν “ υποστήριξαν τον Εθνικό Αγώνα και τον Παπαευθύμ” όπως αναιδέστατα υποστηρίζουν. Αν έμεινε κάποιος ¨Ελληνας εμπορευόμενος Συλλαίος στο Σειντί Σεχήρ, όπου και τον έθαψαν, αυτό δεν είναι καθόλου σοβαρό επιχείρημα για να δημιουργήσει κάποιος ευφάνταστος ιστοριομανής επιχείρημα για να στηρίξει την πλαστογραφική του υστερία.
Η Σύλλη μπορεί να ξαναζωντάνεψε σήμερα, αλλά την δεκαετία 1920-1930 είχε υποστεί ολοκληρωτική σχεδόν καταστροφή από τις μανιασμένες κατεδαφίσεις του 90 % των κτιρίων της από τους ημιάγριους ανταλλάξιμους Τούρκους που ήρθαν από την Μακεδονία και εγκατεστάθησαν στη Σύλλη. ( βλ. το βιβλίο μου Η Σύλλη του Ικονίου, β΄εκδ. σελ. 195, όπου δημοσιεύεται σχετικό κείμενο του Ηλία Αλτίνογλου, πεθερού του Μίκη Θεοδωράκη, όταν την επισκέφτηκε στα 1921-1922 ).
Κατά τη γνώμη μου κανένας κίνδυνος δεν υπάρχει να διεκδικήσουν την εκκλησία της Σύλλης τα … ορφανά του Παπαευθύμ, που μαζί με τους οπαδούς τους δεν είναι παρά 10-15 άτομα, δηλαδή μόνο τα παιδιά και τα εγγόνια του Παπαευθύμ, που κατοικούν όλοι στην Κωνσταντινούπολη.
Ο ναός του Αρχάγγελου Μιχαήλ της Σύλλης ( ή της Αγίας Ελένης. όπως εσφαλμένα τον αποκαλούν) ανήκει πλέον στις “ατραξιόν” του τουρκικού τουρισμού και έχει καταστεί ένα πολύ σημαντικό αξιοθέατο της περιοχής Ικονίου, μαζί με το Μαυσωλείο του Μεβλανά στο Ικόνιο.
Δεν είναι δυνατόν να τον αφήσει η Τουρκική κυβέρνηση στα χέρια των ελαχίστων και εντελώς ανυπόληπτων καραγκιόζηδων που εμφανίζονται ως …Τουρκορθόδοξοι.
Αθήνα, 9/5/2023
Τάκης Σαλκιτζόγλου