Με την εκεχειρία των Μουδανιών, της 11ης Οκτωβρίου 1922, και την ακολουθήσασα Συνθήκη της Λωζάννης «για την ανταλλαγή των πληθυσμών», της 30ής Ιανουαρίου 1923, συντρίφθηκαν όλα τα όνειρα για την Ελλάδα «των 2 ηπείρων και των 5 θαλασσών» του Ελευθερίου Βενιζέλου, που είχε εκθρέψει η Συνθήκη των Σεβρών, τον Αύγουστο του 1920.
Των ΧΑΡΗ ΣΑΠΟΥΝΤΖΑΚΗ – ΛΟΥΚΑ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ*)
Μετά το πρώτο μεγάλο κύμα των προσφύγων, που με τη φωτιά ακόμη στα μάτια από την καιόμενη Σμύρνη κατέκλυσαν την Ελλάδα, θα ακολουθήσει και το δεύτερο των Ποντίων, των Καππαδοκών, των Κωνσταντινουπολιτών και των Θρακών, μέσα στη διετία 1923-1924.
Ενάμισι εκατομμύριο πρόσφυγες «αστοί» και «αγρότες» θα πρέπει να ξεκινήσουν από το μηδέν μια καινούργια ζωή στη νέα τους πατρίδα.
Μεταφορά τεχνογνωσίας
Εγκαιρα η Επαναστατική Κυβέρνηση του Νικολάου Πλαστήρα είχε διαβλέψει, με την ίδρυση του Ταμείου Περίθαλψης Προσφύγων (ΤΠΠ), ότι πέρα από την όποια τέλος πάντων πρώτη εγκατάσταση των προσφύγων στα αστικά κέντρα, θα έπρεπε να τους δίνονταν ευκαιρίες να προχωρήσουν στην ίδρυση εργοστασίων και τη λειτουργία βιομηχανιών και βιοτεχνιών.
Γνώριζε ότι οι πρόσφυγες μπορεί να μην είχαν λεφτά, είχαν όμως την τεχνογνωσία, είχαν τη διασύνδεση με τις αγορές του εξωτερικού από τις πατρίδες τους, είχαν εμπορική πίστη και αντίκρισμα. Αυτήν την ιδέα το ΤΠΠ, με τα πενιχρά μέσα που διέθετε, δεν θα μπορούσε να την υλοποιήσει. Θα μπορούσε όμως -και μπόρεσε- η Επιτροπή Αποκατάστασης Προσφύγων (ΕΑΠ), με τον πρώτο φιλέλληνα πρόεδρό της, Ερρίκο Μοργκεντάου. Οι προσφυγικές συνοικίες που είχαν αναδειχθεί σαν περιδέραιο γύρω από την Αθήνα και τον Πειραιά -η Καισαριανή, ο Βύρωνας, η Νέα Ιωνία (Ποδαράδες, τότε), η Κοκκινιά κ.λπ.- προσφέρονταν γι’ αυτό το μεγάλο πείραμα.
Η ΕΑΠ απαλλοτρίωσε μεγάλες εκτάσεις, που μετά τις προσέφερε δωρεάν σχεδόν σε επιχειρηματίες (1 δρχ. το τ.μ.), προκειμένου να ιδρύσουν και να λειτουργήσουν εργοστάσια, κυρίως κλωστοϋφαντουργίας, εριουργίας και ταπητουργίας. Ετσι διαθέτει 40 οικόπεδα γι’ αυτό το σκοπό: 25 στη Νέα Ιωνία, 7 στην Κοκκινιά (Νίκαια), από 2 στην Καισαριανή και τον Υμηττό, κι από 1 στον Βύρωνα, στα Ταμπούρια του Πειραιά, στη Δραπετσώνα και 1 στον Πειραιά.
Η γη ουσιαστικά χαριζόταν στους επιχειρηματίες, αλλά με μια ρήτρα: να είχαν αρχίσει τη λειτουργία και παραγωγή μέσα σε μία τριετία, αλλιώς η κυριότητα αφαιρούνταν…
Μικρασιάτες επιχειρηματίες
Το κάλεσμα προς τους Μικρασιάτες επιχειρηματίες -και ιδίως τους καταγόμενους από την Καππαδοκία, την Πισιδία και γενικότερα την Ανατολία- βρήκε άμεση ανταπόκριση. Αλλά χρειάζονταν και κεφάλαια. Κι αυτά βρέθηκαν από γηγενείς κεφαλαιούχους που τους κέντριζε το ενδιαφέρον η εξαιρετική προοπτική. Ετσι μέσα σε 3-4 χρόνια, με οδηγό τη Νέα Ιωνία, είχαν αρχίσει να δημιουργούν μεγάλες και μεσαίες κλωστοϋφαντουργικές επιχειρήσεις, που απασχόλησαν αμέσως χιλιάδες εργάτες και εργάτριες από τους πρόσφυγες.
Η «Μουταλάσκη», του «Σινάνογλου», η «Ελληνίδα», η «Στερλίνα» (μετά 3Α), η «Νίκη», η «ΕΒΥΠ» κ.ά., για να αναφερθούμε στις μεγαλύτερες, ξεφύτρωσαν δίνοντας μια τελείως διαφορετική όψη στην προσφυγούπολη. Οι Σινιόσογλου, οι Τσαλίκογλου, οι Στύλογλου, οι Εφραίμογλου, ο Μποδοσάκης θα γίνουν τα πρώτα ονόματα πανελλαδικά στο βιομηχανικό χώρο.
Παράλληλα και η μόνη, προ του 1922, βιομηχανική μονάδα τού εκ της Αρκαδίας ορμώμενου Νικ. Κυρκίνη, η «Ελληνική Εριουργία Α.Ε.», θα γιγαντωθεί με την ίδρυση της «Ελληνικής Μεταξουργίας Α.Ε.», της «Ηλεκτροβιομηχανικής Α.Ε.», της «Βαμβακουργίας» κ.λπ.
Ο τομέας ωστόσο που η Νέα Ιωνία επιβλήθηκε ως σχεδόν αποκλειστικός χώρος ανάπτυξης, υπήρξε η ταπητουργία.
Μπορεί στην Τουρκία η ταπητουργία με οδηγό τους Ρωμιούς χαλιτζήδες της Σπάρτης, του Ουσάκ, του Ικονίου κι άλλων μερών της Ανατολίας να γνώριζε στις αρχές του 20ού αιώνα ιδιαίτερη άνθηση, στην Ελλάδα όμως ακόμη και ως λέξη ήταν άγνωστη.
Ανάπτυξη ταπητουργίας
Ομως ήδη το 1928, με σχεδόν αποκλειστική «ευθύνη» των προσφύγων, λειτουργούν στη χώρα 3 κατηγορίες εταιρειών παραγωγής χαλιών:
* Ανώνυμες εταιρείες που εργάζονται με ελληνικά κεφάλαια.
Στην κατηγορία αυτή υπάγονταν 5 εταιρείες, 3 στην Αθήνα και 2 στη Θεσσαλονίκη.
Οι 3 εταιρείες της Αθήνας ήταν όλες στους Ποδαράδες: η «Ανατολική Ταπητουργία Α.Ε.», η «Ελληνική Ταπητουργία Α.Ε.» και η «Ανώνυμη Ταπητουργική Εταιρεία “ΣΠΑΡ-ΤΑΛΗΣ”».
* Εταιρείες που λειτουργούν με ξένα κεφάλαια.
«The Oriental Carpet Manufacturing Ltd» και «The Eastern Carpet Ltd, La Graffith».
* Ελεύθεροι ταπητουργοί, Μικρασιάτες και κυρίως Σπαρταλήδες, που ιδρύουν μικρομεσαίες μονάδες (έως 50 αργαλειοί), που παράλληλα στήνουν αργαλειούς και στα σπίτια, όπου στις ελεύθερες ώρες τους εργάζονται προσφυγίνες στη διαδικασία του «φασόν». Είναι οι: Κεχαγιόγλου, Πεσματζόγλου, Τοζάκογλου, Αβραάμ Καχραμάνος, Φίλιππος και Παύλος Καχραμάνογλου, Παύλος Θωμόγλου, Δημ. Εφραίμογλου, Τηλ. Δουρμούσογλου, Σοφία Γαβριηλίδου, Ν. Χατζησταθόγλου και άλλοι.
Ετσι στις αρχές της 10ετίας του ’30, όταν πια η ταπητουργία θ’ αρχίσει να μην αποδίδει, λόγω του διεθνούς ανταγωνισμού, της αδυναμίας του κράτους να στηρίξει δυναμικά αυτόν τον κλάδο, αλλά και λόγω της παγκόσμιας κρίσης από το «κραχ» της Wall Street, η Νέα Ιωνία (Ποδαράδες) θα έχει φτάσει στο σημείο να είναι πραγματικά το ταπητουργικό κέντρο της Ελλάδας, αφού είχε σε λειτουργία 28 ταπητουργεία, με περίπου 800 ιστούς και 1.000 εργάτριες, χωρίς να υπολογίζονται όσοι δούλευαν «φασόν».
Ο Αιγίδης παραθέτει ένα χαρακτηριστικό στοιχείο: η κλωστοϋφαντουργία στην Ελλάδα το 1921 προσέφερε 36.700.000 δραχμές, αλλά στην Ελλάδα, με τους πρόσφυγες, το 1928 263.700.000 δραχμές!
Το χειροποίητο χαλί χρειάζεται έμπνευση καλλιτέχνη σχεδιαστή, τεχνικού με γνώσεις στη μίξη των χρωμάτων του μαλλιού, άφθονα νερά και τεχνίτριες με μεράκι και γρηγοράδα στην ύφανση. Είναι ευαίσθητο και πανάκριβο προϊόν. Γι’ αυτό κι εξαιτίας των λόγων που αναφέραμε δεν άντεξε πολύ.
Μετά το 1930 οι μονάδες, η μία μετά την άλλη, άλλαξαν αντικείμενο. Γίνονται εργοστάσια κλωστοϋφαντουργίας, που κράτησαν, μαζί βέβαια με τις άλλες μεγάλες μονάδες, ζωντανή τη βιομηχανία συμβάλλοντας στην οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας, ώς τις δεκαετίες του ’70 και του ’80.
* Ο Χάρης Σαπουντζάκης είναι ιστορικός, πρόεδρος της Ενωσης Σπάρτης Μικράς Ασίας. Ο Λουκάς Χριστοδούλου είναι πρόεδρος στο Κέντρο Μικρασιατικού Πολιτισμού (ΚΕΜΙΠΟ) Νέας Ιωνίας. Εχουν συγγράψει το βιβλίο που μόλις εκδόθηκε με τίτλο «Η Νέα Ιωνία στο Μεσοπόλεμο 1922-1941».