Μιλώντας στη Σπάρτη, την ιστορική και ενδοξότατη πόλη του Ελληνισμού, και εφαρμόζοντας το «ένδον σκάπτε» του Χείλωνος του Λακεδαιμονίου, επισημαίνω δυο σημεία, που τονίζονται και στο βιβλίο μου «Μέρες Αποκάλυψης στην Ιωνία».
Του Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου
Το πρώτο είναι πως ο Ελληνισμός είναι ενιαίος και έχει συνείδηση αυτής της ενότητάς του. Το δεύτερο είναι πως για 2000 χρόνια η Εκκλησία είναι ο συνεκτικός του κρίκος, η κιβωτός της προστασίας του από τους κατακλυσμούς, το αναπόσπαστο στοιχείο της ιδιοπροσωπίας του.
Η από αρχαιοτάτων χρόνων συνείδηση του ενιαίου και της ενότητας του Ελληνισμού είναι προφανέστατη από την Ιστορία. Από τον Όμηρο και τον Τρωικό πόλεμο, τους Μηδικούς πολέμους, την εκστρατεία του Μεγάλου Αλεξάνδρου έως τα βάθη της Ασίας, μέχρι την τρανή βυζαντινή εποχή, τους μεταβυζαντινούς σκληρότατους χρόνους σκλαβιάς στους Οθωμανούς, την ηρωική Επανάσταση του 1821 και το ΟΧΙ στους Ιταλούς, το 1940.
Ο Δημήτριος Βυζάντιος, το 1836, παρουσιάζει το θεατρικό του έργο τη «Βαβυλωνία». Σ’ αυτήν ο συγγραφέας στην επιφάνεια μεν διακωμωδεί τα γλωσσικά ιδιώματα των Ελλήνων των διαφόρων περιοχών, που είχαν προκύψει μέσα στη δουλεία αιώνων στους Φράγκους και στους Οθωμανούς, αλλά στην ουσία εκείνο που τονίζει είναι ότι ο Μικρασιάτης και ο Πελοποννήσιος, ο Αρβανίτης και ο Κρητικός, ο Χιώτης, ο Κωνσταντινουπολίτης και ο Επτανήσιος είναι όλοι Έλληνες. Ο Σπυρίδων Ζαμπέλιος εξάλλου στο βιβλίο του «Άσματα Δημοτικά της Ελλάδος» (Κέρκυρα, 1852, σελ. 464) γράφει ότι κατά την εποχή της στο Βυζάντιο φράγκικης κατοχής, τον 13ο αιώνα, «τρεις ήσαν αι εστίαι ένθα η απελευθέρωσις του γένους παρεσκευάζετο, η Βιθυνία (Νίκαια), η Τραπεζούς και η Πελοπόννησος».
Μια ακόμη απόδειξη της ενότητας του Ελληνισμού ήσαν και οι μετακινήσεις των Ελλήνων ανάλογα με τις περιστάσεις. Μετά την αποτυχία της εξέγερσης των Πελοποννησίων στα Ορλοφικά πολλοί Μωραΐτες, για να αποφύγουν τη σφαγή τους, μετοίκησαν κυρίως στη Μικρά Ασία και στα μέρη της Ιωνίας. Πιθανότατα πελοποννησιακή είναι και η δική μου καταγωγή από τη μητέρα μου, ο πατέρας μου καταγόταν από την Αρκαδία. Επίσης πολλοί πελοποννήσιοι πήγαιναν να κάνουν την τύχη τους στην Κωνσταντινούπολη και στη Σμύρνη. Χαρακτηριστικά στην Τσακωνιά λεγόταν πως « Στην Πόλη ο Τσάκωνας κάνει τ’ άσπρα και γυρίζοντας τα κάνει πάστρα…».
Η ενότητα του Ελληνισμού και ειδικότερα των Πελοποννησίων με τους Μικρασιάτες φαίνεται και από το ότι οι δεύτεροι ήρθαν στην Πελοπόννησο και συμμετέσχον στην Επανάσταση του 1821. Με την απελευθέρωση της Ελλάδος, φυσικά δεν μπορούσαν να επιστρέψουν στην Μικρά Ασία και έμειναν σε διάφορες πόλεις της, κυρίως στο Ναύπλιο, στο Άργος, στην Αθήνα και στην Ερμούπολη. Στο βιβλίο της Αρχοντίας Παπαδοπούλου «Η συμβολή των Ελλήνων της καθ’ ημάς Ανατολής στην Παλιγγενεσία του 1821» (Εκδ. «Λεξίτυπον», Αθήνα, 2012) αναφέρονται και Μικρασιάτες αγωνιστές που παρέμειναν στη Λακωνία. Μεταξύ αυτών:
Ο Σωτήριος Κάππας. Ήταν από τη Σμύρνη και κατοίκησε στο Παρόριο Σπάρτης.
Ο Ιωάννης Πετιμενόπουλος. Ήταν από τη Κωνσταντινούπολη και έμεινε στο χωριό Γκιτζές.
Επίσης ο Σμυρνιός Γεώργιος Σταυράκογλου, και οι Σπαρταλήδες Χαράλαμπος Πασχάλης, Αντώνιος Θεοδοσίου, Μιχαήλ Αντωνίου και Ανδρέας Κυριακού.
Είναι επίσης γνωστό ότι στη Μικρά Ασία και ειδικότερα στην Πισιδία ήταν η Σπάρτη. Οι εκεί Έλληνες υπερηφανεύονταν πιστεύοντας ότι ήσαν απόγονοι των Σπαρτιατών της Λακωνικής αποίκων. Γι’ αυτό και έδιναν στα παιδιά τους Σπαρτιατικά ονόματα (λ.χ. Χαρίλαος, Λυκούργος, Λεωνίδας και Αγησίλαος).
Σε ανταπόδοση οι Λάκωνες και γενικά οι Έλληνες της ελεύθερης Πατρίδας συνέβαλαν στην απελευθέρωση των Ελλήνων της Μικράς Ασίας και πολλοί θυσιάστηκαν κατά την Καταστροφή, το 1922, και έμειναν στα άγια εκείνα χώματα. Δυστυχώς οι γείτονες δε σεβάστηκαν τους νεκρούς Έλληνες και εξαφάνισαν τα νεκροταφεία στα οποία είχαν ενταφιαστεί. Δεκάδες χιλιάδες Ελλαδιτών έχουν παππούδες και προπάππους που πολέμησαν στη Μικρά Ασία και που πολλοί από αυτούς έμειναν για πάντα εκεί.
Ένας από τους θυσιασθέντες για την ελευθερία των Ελλήνων της Μικράς Ασίας ήταν ο Σπαρτιάτης αντισυνταγματάρχης του πεζικού Αθανάσιος Σακέτας. Ο Χρήστος Σπανομανώλης αναφέρει σχετικά και μεταξύ των άλλων στο βιβλίο του «Αιχμάλωτοι των Τούρκων» ( Αθήνα, 1969, σελ. 68-73):
«Ο αντισυνταγματάρχης του πεζικού Αθανάσιος Σακέτας, όπως αναφέρει και ο στρατηγός Κανελλόπουλος, είχε γίνει πια εκτός εαυτού, γιατί προέβλεψε παράδοσιν (εις τους Τούρκους), περιφερόταν γύρω στις διάφορες ομάδες, βροντοφωνάζων ότι αυτός δεν μπορούσε να ανεχθή παρόμοιον αίσχος. Τότε πήρε θέση επί κεφαλής του παρευρισκομένου εκεί τμήματος και επετέθη με λύσσαν εναντίον του εχθρού. Και πράγματι επέτυχε μικράν διάσπασιν. Πιστός στις παραδόσεις της πατρίδας του της Σπάρτης, επιχειρεί με μια δράκα στρατιωτών νέαν εξόρμησιν. Οι Τούρκοι ξαφνιάστηκαν όταν τον είδαν να ορμά…Τα έχασαν… Όταν όμως είδαν ότι έσυρε τόσο λίγους μαζί του, αντεπετέθησαν με συγκεντρωτικά πυρά και τρυπούν το κορμί! Αυτός ήταν ο σπαρτιάτης Αθανάσιος Σακέτας».
Ο Σακέτας στη Μικρά Ασία δεν μας θυμίζει τον Λεωνίδα στις Θερμοπύλες και τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο στην Κωνσταντινούπολη;
Ως προς τη θέση της Εκκλησίας στον Ελληνισμό προστρέχω πάλι στον Ζαμπέλιο, που γράφει στα 1852:
« Ο Έλλην λατρεύει την ορθοδοξίαν μάλλον ως φρόνημα του γένους του, ως αποθήκην της παραδόσεως του, ως σύνδεσμον της εθνικής του κοινωνίας…» (Αυτ.σελ. 144). Όταν δεν υπήρχε κοσμική εξουσία και δεν υπήρχαν ελεύθεροι ελληνικοί θεσμοί η Εκκλησία ήταν ο μόνος θεσμός που κράτησε το Έθνος των Ελλήνων. Η Εκκλησία στην τουρκοκρατία και στην φραγκοκρατία ήταν όλα τα «Υπουργεία»: Παιδείας, Οικονομικών, Κοινωνικής Πρόνοιας, Πολιτισμού, Ανάπτυξης, Δικαιοσύνης… Η Εκκλησία κράτησε άσβεστη τη φλόγα της ελευθερίας, της εθνικής αποκατάστασης, της ταυτότητας των Ελλήνων και απέτρεψε όσο μπορούσε τους εξισλαμισμούς, την αυθαιρεσία και τη βιαιότητα της οθωμανικής εξουσίας.
Η πληθώρα των Πατριαρχών, Επισκόπων, πρεσβυτέρων και μοναχών που θυσιάστηκαν προστατεύοντας το ποίμνιό τους είναι ο αψευδής μάρτυρας της θυσιαστικής προσφοράς της Εκκλησίας στο Έθνος των Ελλήνων. Ο Ηλίας Μηνιάτης περί τα τέλη του 17ου αιώνα και στο τέλος πανηγυρικού λόγου του στον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου ανέκραξε τα ακόλουθα συγκινητικά, με καρδιά συντετριμμένη:
« Λοιπόν εύσπλαχνε Μαριάμ… ας σε παρακινήσωσι αι φωναί και αι παρακλήσεις των Αγίων σου, οπού ακαταπαύστως φωνάζουσιν από όλα τα μέρη της τρισαθλίου Ελλάδος. Φωνάζει ο Ανδρέας από την Κρήτη. Φωνάζει ο Σπυρίδων από την Κύπρο. Φωνάζει ο Ιγνάτιος από την Αντιόχειαν. Φωνάζει ο Διονύσιος από τας Αθήνας. Φωνάζει ο Πολύκαρπος από την Σμύρνην. Φωνάζει η Αικατερίνα από την Αλεξάνδρειαν. Φωνάζει ο Χρυσόστομος από την βασιλεύουσαν πόλιν και δείχνοντάς σου την σκληροτάτην τυραννίδα των Αγαρηνών, ελπίζουσιν από την άκραν σου ευσπλαχνίαν του Ελληνικού Γένους την απολύτρωσιν».
Ενιαίος ο Ελληνισμός, με αγάπη στην Ορθοδοξία, με την οποία θαυματούργησε διατηρώντας την ταυτότητά του. Αυτά νομίζω ότι περιγράφονται στο βιβλίο μου, αυτά αισθάνθηκα το χρέος να μεταλαμπαδεύσω στους νεότερους, αυτά θέλησα να μείνουν ως μαρτυρίες για τα όσα πέρασαν οι Επτά Εκκλησίες της Αποκάλυψης, που πιστεύω ότι δεν έπαυσαν να ζουν και πως θα έρθει η μέρα που θα ξαναγεννηθούν και πάλι. Αυτά που μου δίδαξε η δημοδιδασκάλισσα και πρεσβυτέρα γιαγιά μου και μου ενεφύσησε με τις ιστορίες για τον ιερέα παππού μου πρέπει να ειπωθούν στους επόμενους από εμάς.
Για να μείνει όρθια η Ορθοδοξία και η Ελλάδα μας μπρος στην λαίλαπα της παγκοσμιοποίησης και στην επιχείρηση πολτοποίησης των συνειδήσεων πρέπει να μείνουμε συνδεδεμένοι με τις ρίζες μας. Είναι αυτό που είχε πει ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος, γόνος προσφύγων: «Πρέπει τα φύλλα από τα κλαδιά τις ρίζες να κοιτούνε, γιατί άμα στεγνώσουνε αυτές κι αυτά θα μαραθούνε». Είναι βέβαιο, και έτσι τελειώνει το βιβλίο μου, πως αν θυμόμαστε και διδασκόμαστε από τα όσα συνέβησαν στο παρελθόν, τότε θα σκεπτόμαστε καλύτερα το μέλλον μας.-
*Χαιρετισμός του Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου εις την παρουσίαση του βιβλίου του «Μέρες Αποκάλυψης στην Ιωνία, το δράμα των Ελλήνων της Ιωνίας (1914-1922)», την Τετάρτη, 5 Νοεμβρίου 2014, στην ιστορική πόλη της Σπάρτης, από την Ένωση Πνευματικών Δημιουργών Λακωνίας. Η διοργάνωση ήταν υπό τη σκέπη της Ιεράς Μητροπόλεως Μονεμβασίας και Σπάρτης.