Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, ο τελευταίος Βυζαντινός Αυτοκράτορας

You are currently viewing Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, ο τελευταίος Βυζαντινός Αυτοκράτορας

Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος Δραγάσης, γεννήθηκε στις 9 Φεβρουαρίου  του 1404.  Τέταρτος γιος και όγδοο   από τα παιδιά του  Μανουήλ  Β΄ Παλαιολόγου  και της  πριγκιποπούλας της Σερβίας,  της Ελένης  Δραγάση.

 Ήταν ο μόνος από τα παιδιά του ζεύγους που  χρησιμοποιούσε  και το επίθετο  της μητέρας του  (Ντραγκάς‐Δράκος)  και γι΄ αυτό  συχνά χαρακτηριζόταν  ή παρομοιαζόταν με δράκοντα στη  γραμματεία της εποχής,  ενώ ο λαός τού χάρισε με  θαυμασμό το παρατσούκλι Δράκων,  μετά τις μεγάλες  του  νίκες σε Αχαΐα και Βοιωτία.  

Μεγάλωσε υπό τη Δεσποτεία του αδελφού του Θεόδωρου, που είχε  αναλάβει τον Μοριά  από το 1407. Η εξαιρετικά καλλιεργημένη αυλή του  Δεσποτάτου ήταν το σχολειό του  και πρώτος του «δάσκαλος» ο Πλήθωνας  Γεμιστός. 

Από τα πιο κοντινά του σε ηλικία αδέλφια, δέθηκε με τον  ασθενικό Θωμά,  παρά με τον Δημήτριο,  τον κακότροπο, φιλόδοξο κι  αδίστακτο,  που επιβουλευόταν  το Δεσποτάτο, αλλά και τον θρόνο της  Κωνσταντινουπόλεως. 

Ο Δημήτριος ήταν αυτός που το 1442 συμμάχησε  με τους Τούρκους  ελπίζοντας   να καταλάβει  την Πόλη και το θρόνο της. Τότε,  ερχόμενος τάχιστα με στρατό,  ο Κωνσταντίνος έσωσε το βασιλέα  του κι αδελφό του, τον Ιωάννη Ι΄ ‐‐ εκείνη  την περίοδο έχασε και τη  δεύτερη σύζυγό του,  την Αικατερίνη  Γατελούζου.

 Είχε προηγηθεί ένας  σύντομος γάμος (πολιτικού) συμφέροντος.  Το Μάρτη του 1428, ο  Κωνσταντίνος ήρθε σε γάμο  με την πριγκίπισσα  Μαγδαλένα της  Ηπείρου, ανιψιά  του κυβερνήτη της  Ηπείρου  Μάριο Τόκκο,  η οποία  πέθανε δύο χρόνια αργότερα.

 Η προίκα του γι΄ αυτόν το γάμο ήταν όλα  τα εδάφη του Τόκκο στην Πελοπόννησο,  από όπου  και ξεκίνησε τις  εκστρατείες του  κατά των Φράγκων και των Τούρκων.  

Από νεαρή ηλικία επέδειξε στρατιωτικές και διοικητικές ικανότητες.  Ξεχώριζε από όλα τα αδέρφια  για τον καλό αν και αυστηρό του  χαρακτήρα.  Νέος ακόμα διοίκησε τις γαίες του κυρ‐Μανουήλ στην Ταυρική Χερσόνησο και οι ικανότητές του ήταν τέτοιες που γρήγορα  κλήθηκε να αναλάβει,  μαζί με τα αδέλφια του, τη διοίκηση του  Δεσποτάτου του Μορέως. 

Όταν ο Αυτοκράτωρ Ιωάννης Ι΄ Παλαιολόγος  μετέβη στην Ιταλία  για την περίφημη   «Σύνοδο  της Φεράρας‐Φλωρεντίας» και οι αδερφοί του  ανέλαβαν τα ηνία  στην Πελοπόννησο, εν έτει 1437, εκείνος ανέλαβε  τη διοίκηση  της Κωνσταντινούπολης.  Ο αδερφός του  Θεόδωρος  ενοχλήθηκε,   συνειδητοποιώντας  ότι ο Ιωάννης προετοίμαζε  για  διάδοχό του τον Κωνσταντίνο.

 Η σχέση τους αποκαταστάθηκε κάπως  όταν ο Κωνσταντίνος δέχτηκε  να ανταλλάξει  τις κτήσεις  που είχε στη  Θράκη με το Δεσποτάτο  του Μυστρά.    Ο Θεόδωρος ήθελε  να είναι  κοντά  στην Κωνσταντινούπολη  για να  καταλάβει το θρόνο μόλις  πέθαινε  ο Ιωάννης, αλλά τον πρόλαβε η  πανώλη.  Πέθανε στη Θράκη, το καλοκαίρι του 1448, τρεις μήνες πριν από  τον Αυτοκράτορα.  Ο νέος δεσπότης του Μυστρά, Κωνσταντίνος  Παλαιολόγος, τοποθέτησε τον αδελφό του,  τον Θωμά, δεσπότη στη  Γλαρέντζα για να φυλά τη δυτική ακτή  και άρχισε  να προετοιμάζει  τη  μεγάλη του εκστρατεία για την απελευθέρωση Ρούμελης και Θεσσαλίας ‐ ‐ το βασίλειό του  σύντομα εκτεινόταν ως την Πίνδο. 

Ο στρατός του Μοριά, υπό τον Κωνσταντίνο, απελευθέρωσε  την Πελοπόννησο  από τους  Φράγκους της Αχαΐας, που είχαν  εγκατασταθεί εκεί από την εποχή των  Σταυροφοριών.  Οι τελευταίες νίκες στην ιστορία του Βυζαντίου ήταν δικές  του ‐‐ ο «Δράκος» μαζί  με τον αδελφό του,  τον Θωμά,  απελευθέρωσαν  Ρούμελη και Θεσσαλία.  Οι γαίες αυτές επανακτήθηκαν το 1446 από τον  Μουράτ Β΄, τον εμπνευστή  των ταγμάτων των γενιτσάρων ‐‐οι Τούρκοι  ήταν εδώ και δεκαετίες  στα Βαλκάνια  και οι δυνάμεις τους ήταν ισχυρές‐‐  αλλά αυτό μάλλον έδινε μεγαλύτερη  βαρύτητα στις ρωμέικες νίκες.  

Με την επιστροφή του Ιωάννη, το 1440, έφυγε και πάλι για το Μοριά για  να επιστρέψει το 1442,  βοηθώντας στρατιωτικά τον αδερφό αυτοκράτορα, που ήταν αντιμέτωπος με το στρατό  του Δημητρίου Παλαιολόγου, ενισχυμένο  από δυνάμεις του σουλτάνου. Το 1443 επέστρεψεστην  Πελοπόννησο.

Η αναδιοργάνωση της διοίκησης ‐‐στρατιωτικής και  πολιτικής‐‐ και η άμυνα  της Πελοποννήσου  ήταν από τα πρώτα μελήματά  του Δεσπότη. Έχτισε τείχη (Εξαμίλι),  ανασυγκρότησε  το στρατό,  αλλά δεν  κατόρθωσε να σταματήσει τις δυνάμεις  του Μουράτ Β΄ και το βαρύ του  πυροβολικό, που έριξε τα τείχη.  Έγινε φόρου υποτελής στον Μουράτ, που  είχε σπείρει  το θάνατο στην Πελοπόννησο ‐‐ οι τουρκικές δυνάμεις είχαν  κατασφάξει τον άμαχο πληθυσμό,  ανοίγοντας το δρόμο τους για την  Αχαΐα και δίνοντας τέλος στα όποια  όνειρα του Κωνσταντίνου για  αντεπίθεση.

Αυτοκράτορας  Κωνσταντινουπόλεως

 Ωστόσο, ο αγώνας του κι η προσωπικότητά του τον έκαναν  αγαπητό  σε όλο το ρωμέικο.  Με το θάνατο του άτεκνου Ιωάννη, στις 31 Οκτωβρίου  1448,  εκλέχτηκε Αυτοκράτορας  Κωνσταντινουπόλεως και  στέφθηκε  στο Μυστρά, στις 6 Ιανουαρίου του 1449. 

Η επιλογή του ‐‐παρότι  ήδη διεκδικούσε το θρόνο ο Δημήτριος,  που έφτασε αμέσως στην πόλη‐‐  έγινε από την εστεμμένη μητέρα τους.  Η Ελένη επέμεινε και κέρδισε το  θρόνο για τον Κωνσταντίνο,  με την υποστήριξη του λαού της Πόλης και  του Θωμά, εκ των αδελφών.  

 Μπήκε ως Αυτοκράτορας στην πόλη στις 12 Μαρτίου, φτάνοντας από τη  θάλασσα, συνοδευόμενος  από καταλανικές γαλέρες. Έδωσε στον Θωμά  και στον Δημήτριο το Δεσποτάτο του Μορέως  ‐‐ οι όρκοι πίστεως στον νέο  Αυτοκράτορα από τους αδελφούς του δεν έγιναν ιδιαίτερα πιστευτοί.

 Ο  Κωνσταντίνος, Αυτοκράτωρ των ελάχιστων εδαφών  που έχουν  απομείνει  από την άλλοτε κραταιά  Ανατολική  Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία,  προσπάθησε  να συγκροτήσει το στρατό  και να αυξήσει  τις άμυνές της.  Η πολιτική του  κρίση τού υπαγόρευσε να μην αλλάξει  τα συμφωνηθέντα  από τον αδελφό  και προκάτοχό του στη Φλωρεντία.  Ο Κωνσταντίνος συνέχισε την ενωτική  στάση, υποστηριζόμενος μάλιστα  από τον ανθενωτικό  ‐‐και κύριο  ιστορικό  της ΄Αλωσης ‐‐ Σφραντζή,  ο οποίος επιθυμούσε την «κατ΄  οικονομίαν» ένωση, μια παράκαμψη  από τον ορθόδοξο  δρόμο που γινόταν  για το καλό της Εκκλησίας  και δεν σήμαινε ότι, όταν περνούσαν οι  δύσκολες μέρες,  η Εκκλησία δεν θα μπορούσε να ξαναβρεί τον ορθό  δρόμο. 

Μάλιστα, ο Σφραντζής ήταν εκείνος που πρότεινε, πολιτικά  σκεπτόμενος πάντα, στον Αυτοκράτορα,  να παντρευτεί και πάλι ‐‐μετά το  θάνατο του Μουράτ, το 1451‐‐ τη χήρα του σουλτάνου, τη χριστιανή  πριγκίπισσα Μάρα της Σερβίας, που ασκούσε επιρροή στο νέο σουλτάνο, τον Μεχμέτ Β΄. 

Η σουλτάνα, ωστόσο, αρνήθηκε την πρόταση. Είχε  υποσχεθεί, αν γλίτωνε  ποτέ από το χαρέμι,  να ζήσει σε παρθενία τα  υπόλοιπά της χρόνια.  Η επόμενη επίλεκτη νύφη ήταν η κόρη του βασιλιά  της Γεωργίας,  Γεώργιου,  μια ορθόδοξη νύφη που θα ηρεμούσε κάπως τους  ανθενωτικούς.  Τα προξενεία έφυγαν για τη Γεωργία, αλλά πριν εκείνη  ξεκινήσει για την Πόλη,  ο Κωνσταντίνος δεν ζούσε πια…   Παρά την ενωτική στάση του Αυτοκράτορα, που γνωρίζοντας το  ενδιαφέρον του Μωάμεθ Β΄, για την Κωνσταντινούπολη προσπαθούσε να  συγκινήσει τη Δύση  και ζητούσε μια ακόμα φορά βοήθεια από τα  χριστιανικά κράτη,  η βοήθεια δεν θα ερχόταν  ποτέ. 

Παρότι ο νέος  σουλτάνος είχε ορκιστεί πάνω στο Κοράνι  την ακεραιότητα  της Πόλης, δεν είχε  γίνει πιστευτός.  Θα πατούσε τον όρκο του με την πρώτη αφορμή, όπως κι έγινε,  όταν ο Κωνσταντίνος  του ζήτησε να καταβάλει κάποιο  παλαιότερα  συμφωνηθέν ποσό,   αναφέροντας στην επιστολή του  ότι στην  αυλή του  φιλοξενούσε έναν διεκδικητή του θρόνου του Μωάμεθ. 

Ήδη, από την πρώτη χρονιά της βασιλείας του,  ο Μωάμεθ άρχισε να λαμβάνει  μέτρα ενδεικτικά της επιθετικής  του διάθεσης.   Αρχές Απριλίου  του 1453,  αμέσως μετά το Πάσχα  των Ελλήνων, ο  σουλτάνος  απέκτησε τον τίτλο του πολιορκητή, με έναν στρατό  αριθμητικά  και τεχνικά πολύ ανώτερο και με υψηλότατο ηθικό, σε  αντίθεση με το λαό  της «Αυτοκρατορίας»  που πίστευε ότι θα τιμωρούνταν  για την αίρεση  της Ένωσης μετά τη Φεράρα‐Φλωρεντία. 

Ο Κωνσταντίνος  Παλαιολόγος βρέθηκε στα τείχη από την πρώτη μέρα  της πολιορκίας της, δίπλα στους στρατιώτες του,  δίπλα στον Ιουστινιάνη,  τον μόνο με τον  οποίο μπορούσε να μοιράζεται  τις σκέψεις του. 

Ο θάνατος του Κωνσταντίνου ΙΑ΄ έγινε γνωστός αρκετές ώρες μετά την κατάληψη της Πόλης από τους  Οθωμανούς.

 Η σορός του αναγνωρίστηκε από τα  αυτοκρατορικά του πορφυρά πέδιλα  ‐‐ είχε πέσει στις γραμμές του μετώπου, αρνούμενος να διαφύγει,  όπως  πολλοί  συμβουλάτορες τού  πρότειναν.

Επιμέλεια: Κώστας Γιαννακίδης‐Λαμπρινή Χ. Θωμά