Η Κωμόπολη Σινασός βρίσκεται στο κέντρο της Μικράς Ασίας, στην Καππαδοκία, περίπου 250 χλμ. νοτιοανατολικά της Άγκυρας και πολύ κοντά στην Καισάρεια. Σήμερα ονομάζεται Μουσταφάπασα. Ο πληθυσμός της πριν από την Ανταλλαγή των πληθυσμών το 1924 ανερχόταν σε περίπου 3000 Έλληνες και 500 Τούρκους.
Η Σινασός ήταν ένα από τα 3-4 ελληνόφωνα χωριά της Καππαδοκίας και οι Σινασίτες ήταν Χριστιανοί Ορθόδοξοι, με έντονο θρησκευτικό συναίσθημα αλλά και με ισχυρό εθνικό φρόνημα της Ελληνικής καταγωγής τους.
Σχετικά με το ιστορικό παρελθόν της Σινασού υπάρχουν λιγοστά τεκμηριωμένα στοιχεία. Η παλαιότερη αναφορά για τη Σινασό βρίσκεται σ’ ένα οθωμανικό κατάστοιχο του 1476. Από μεταγενέστερες πηγές γνωρίζουμε ότι από το 1769 την διοίκηση της κοινότητας ασκούσε η Δημογεροντία, της οποίας τα 8 μέλη ήσαν αιρετά.
Ιδιαίτερα ανεπτυγμένη ήταν στην Σινασό η Ελληνική Παιδεία, καθώς λειτουργούσαν Νηπιαγωγείο, Παρθεναγωγείο και Αρρεναγωγείο, με δασκάλες και δασκάλους από την Αθήνα. Το Αρρεναγωγείο συστήθηκε το 1821 με Συγίλιο του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε΄, δυο μήνες πριν από τον απαγχονισμό του. Ήταν οκτατάξιο, όπως και το Παρθεναγωγείο. Η εκπαίδευση στη Σινασό ήταν δωρεάν και υποχρεωτική για όλους και οι σινασίτες μιλούσαν άπταιστα την ελληνική όπως ακριβώς και στην Ελλάδα, μάθαιναν δε την τουρκική σαν ξένη γλώσσα !!
Η ευσέβεια, χαρακτηριστικό των Καππαδόκων, ήταν πολύ έντονη και στους σινασίτες, αφού υπήρχαν στην κωμόπολη δύο ενοριακοί ναοί, ένα μοναστήρι και 40 περίπου παρεκκλήσια γύρω και μέσα σ’αυτήν, που τα περισσότερα ήσαν ιδιωτικά.
Πηγή ευημερίας για τη Σινασό ήταν το εμπόριο. Οι Σινασίτες διέπρεπαν στην Κωνσταντινούπολη σαν έμποροι ναυτιλιακών ειδών, αλιπάστων και κυρίως μαύρου χαβιαριού, για το οποίο είχαν συστήσει ειδική συντεχνία με δικό της Καταστατικό, ήδη από το 18ο αιώνα. Η Ελληνική εκπαίδευση και οι επαφές με την κοσμοπολίτικη Πόλη είχαν σαν αποτέλεσμα την αύξηση του βιοτικού επιπέδου των Σινασιτών και τη βελτίωση των δεσμών με την ιδιαιτέρα τους πατρίδα. Η νοσταλγία, η αγάπη για το χωριό και η ευημερία των Σινασιτών, δημιούργησαν τα περίφημα αρχοντικά της Σινασού, τα οποία είχαν πλούσιο εσωτερικό και εξωτερικό διάκοσμο με τοιχογραφίες, σκαλιστά φορούσια, μαίανδρους κλπ.
Από αυτά, 95 έχουν κριθεί διατηρητέα από το Τουρκικό κράτος, ενώ ολόκληρος ο οικισμός χαρακτηρίσθηκε διατηρητέος από την UNESCO πριν από λίγα χρόνια. Τα κτήρια που έχουν διασωθεί και μετατρέπονται τελευταίως σε ξενώνες, αλλά κι’ αυτά που είναι ερειπωμένα, μαρτυρούν τον πολιτισμό και την πρόοδο των ελλήνων παλαιών κατοίκων της Σινασού.
Οι Σινασίτες είχαν Ελληνικότατα Δημοτικά τραγούδια, μερικά από τα οποία ήταν Ακριτικά, καθώς όπως γνωρίζουμε, η Καππαδοκία θεωρείται η κατ’ εξοχήν περιοχή του Διγενή Ακρίτα. Πολλά τραγούδια τους, οι Σινασίτες τα χόρευαν με τους κλειστούς κυκλικούς χορούς που πιθανόν προέρχονταν από τους Κύκλιους χορούς των αρχαίων ελλήνων. Χόρευαν επίσης, και τον ¨μοναδικό¨ αντικρυστό Ίσο, καθώς και τον πανελλήνιο Συρτό, μόνοι αυτοί στα βάθη της Ανατολής!!
Οι Σινασίτες, μετά την Ανταλλαγή, ασχολήθηκαν και στον Ελλαδικό χώρο με το εμπόριο και τα γράμματα, στα οποία και διαπρέπουν. Το 1925 ίδρυσαν το Φιλανθρωπικό Σωματείο ¨Η Νέα Σινασός¨ με πλούσια φιλανθρωπική, κοινωνική και πολιτιστική δραστηριότητα μέχρι σήμερα, για την οποία τιμήθηκε με το ¨Βραβείο Ακαδημίας Αθηνών¨, το 1986.
Η Νέα Σινασός
Στη Βόρεια Εύβοια υπάρχει και κωμόπολη με το όνομα Νέα Σινασός, που υπάγεται στην Ιστιαία. Η Νέα Σινασός είναι οικισμός που ανήκει στον Δήμο Ιστιαίας, έχει 611 κατοίκους. Είναι κτισμένη πάνω σε δύο λόφους, ήταν τσιφλίκι της οικογενείας Πετσάλη και το 1925 απαλλοτριώθηκε για να δοθεί στους πρόσφυγες.
Έτσι λοιπόν, η Σινασός της Καππαδοκίας, μια κωμόπολη στα βάθη της Ανατολής, με την Ελληνική Γλώσσα, τα σχολεία της, τις εκκλησίες της, τον πολιτισμό της και τα ελληνικότατα τραγούδια και χορούς της, κράτησε ψηλά τον Ελληνισμό και την Ορθοδοξία μέχρι την Ανταλλαγή.
Άξια λοιπόν, ο μεγάλος ιστορικός Ανρύ Γκρεκουάρ, τη χαρακτήρισε ως ¨Εστία Ελληνικής Αναγέννησης στην Καππαδοκία¨, ενώ ο Μητροπολίτης Καισαρείας Κλεόβουλος περιγράφοντας την, είπε: ¨ Όασις εν ερήμω, Αστήρ εν τω σκότει, Αθήναι εν Μικρά Ασία¨.
Του Κυριάκου Βλασιάδη