Μία από τις πλέον άγνωστες σελίδες του μικρασιατικού δράματος ξετυλίχθηκε στη Βιθυνία, στη βορειοδυτική Μικρά Ασία στο χωριό Φούλατζικ. Εκατό χρόνια μετά τα όσα συνέβησαν στην περιοχή της Νικομήδειας, η σε βάθος μελέτη ακόμα εκκρεμεί. Εν τούτοις, όμως, κάποια στιγμιότυπα χρησιμοποιούνται ως επιχείρημα αρνητιστικών (negotiationism) προσεγγίσεων στην περί των μικρασιατικών ιδεολογική σύγκρουση.
ΤΟΥ ΒΛΑΣΗ ΑΓΤΖΙΔΗ *
Η περιοχή της Βιθυνίας -που το Μεσαίωνα οι Σελτζούκοι αποκαλούσαν Villayet i Yunani, δηλαδή «Ελλάδα»- χαρακτηριζόταν στις αρχές του 20ού αιώνα από την πολυεθνικότητα. Ρωμιοί (ελληνόφωνοι, τουρκόφωνοι και κάποιοι σλαβόφωνοι), Αρμένιοι (αρμενόφωνοι και τουρκόφωνοι), Εβραίοι, Λεβαντίνοι, Μουσουλμάνοι (τουρκόφωνοι, αλβανόφωνοι, σλαβόφωνοι, κιρκασιόφωνοι, αμπχαζόφωνοι) συναπάρτιζαν το πολύχρωμο εθνολογικό μωσαϊκό της περιοχής.
Τα πρώτα σημάδια, ότι έφτανε στο τέλος της η κατά τα άλλα ειρηνική ζωή, θα εμφανιστούν όταν θα εγκατασταθούν στην περιοχή οι «μποσνάκηδες», δηλαδή σλαβόφωνοι μουσουλμάνοι πρόσφυγες από τις περιοχές της Βοσνίας και Ερζεγοβίνης. Οι επήλυδες αυτοί θα επανδρώσουν σε μεγάλο βαθμό τις σκληρές εθνικιστικές οργανώσεις που θα συγκροτήσουν στην αρχή οι Νεότουρκοι και οι κεμαλικοί αργότερα.
Στη συνέχεια, με την ισχυροποίηση των Νεότουρκων, τη σκλήρυνση της πολιτικής τους και την έναρξη των διώξεων από το 1914, οι συνθήκες ομαλής διεθνοτικής συμβίωσης θα διαταραχθούν έντονα. Η πρώτη περίοδος των σκληρών διωγμών (1914-1918) κατά των χριστιανικών κοινοτήτων θα λάβει τέλος με την ήττα της νεοτουρκικής Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Το μνημείο των σφαγιασθέντων Ελλήνων του χωριού Φούλατζικ και η προτομή του ηρωικού παπα-Φίλιππου Καλοκίδη (φωτ. Αρχείο «Ε») Η δεύτερη φάση των διώξεων θα ξεκινήσει με τη συγκρότηση του κεμαλικού εθνικιστικού μετώπου. Σύμφωνα με τον Τούρκο ιστορικό Taner Aksam, οι πρώτες δυνάμεις που θα επανδρώσουν το κεμαλικό στρατόπεδο θα είναι οι παλιοί παρακρατικοί εθνικιστές των Teskilat Ι Mahsusa που βαρύνονταν με τα εγκλήματα γενοκτονίας της πρώτης περιόδου και διώκονταν από τις επίσημες οθωμανικές αρχές της Κωνσταντινούπολης.
Κεμαλικοί εναντίον όλων
Σύμφωνα με τις καταγγελίες της οθωμανικής κυβέρνησης, ο Μουσταφά Κεμάλ είχε προσανατολίσει τις άτακτες ομάδες που συντάχθηκαν μαζί του στη λεηλασία και την καταστροφή των χριστιανικών πόλεων, κωμοπόλεων και χωριών που βρίσκονταν εντός της εμβέλειας δράσης τους. Στο πλαίσιο αυτό θα συμβεί το ολοκαύτωμα της ελληνικής κωμόπολης Φούλατζικ (Φωλίτσα) του Νομού Νικομήδειας (Izmit) στις 23 Ιουνίου 1920. Ο Δ. Σταματόπουλος αναφέρει ότι «πριν από τη Μικρασιατική Καταστροφή ο πληθυσμός του χωριού ανερχόταν σε 2.500 κατοίκους (700 σπίτια)». Λίγες μέρες αργότερα θα ακολουθήσει και η σφαγή της ελληνικής κοινότητας της πόλης της Νικομήδειας.
Το μέτωπο της σύγκρουσης στην περιοχή έχει πολύ ενδιαφέρον και υπονομεύει εντελώς τον παραδοσιακό τρόπο με τον οποίο ακόμα και μοντέρνοι ιστορικοί προσεγγίζουν τα γεγονότα. Από τη μια υπάρχουν οι κεμαλικές ένοπλες ομάδες που έχουν εντολή να εκκαθαρίσουν την περιοχή από τους ανεπιθύμητους πληθυσμούς, κυρίως από τους χριστιανικούς (ελληνικούς και αρμενικούς), αλλά και τους οθωμανικούς (δηλαδή πληθυσμούς πιστούς στο σουλτάνο και το χαλιφάτο), εβραϊκούς, καθώς και τους εχθρικά διακείμενους προς τους κεμαλικούς μουσουλμανικούς (εθνότητες του Καυκάσου που κατοικούσαν στη Βιθυνία, όπως Κιρκάσιοι, Αμπχάζιοι κ.ά.) και από την άλλη όλοι οι υπόλοιποι.
Πρόσφυγες από το χωριό Φούλατζικ (το αποκαλούσαν «Κιουτσούκ Γιουνανιστάν», δηλαδή «Μικρή Ελλάδα») στο λιμάνι του Βόλου Ο ελληνικός στρατός έφτασε στην περιοχή ένα χρόνο μετά τις σφαγές, στις 7-11 Ιουνίου του 1921, έπειτα από αίτημα των συμμαχικών αρχών που αδυνατούσαν να αντιμετωπίσουν τις κεμαλικές επιθέσεις στη ζώνη ευθύνη τους. Τα γεγονότα που ακολούθησαν σχετίζονται κυρίως με τη διεθνή χρησιμοποίηση από συγκεκριμένους πολιτικούς κύκλους των αντεκδικήσεων που έκαναν αρμενικές, ελληνικές, κιρκασιανές και αμπχάζικες ένοπλες ομάδες κατά του άμαχου τουρκικού πληθυσμού, που είχε συνταχθεί με τους κεμαλικούς, και των αγριοτήτων που όντως διαπράχτηκαν.
Οι βιαιοπραγίες αυτές θα συμβούν σε μια δύσκολη για τους Ελληνες ιστορική στιγμή: οι εκλογές του Νοεμβρίου του ’20 είχαν φέρει στην εξουσία τους παλιούς φιλογερμανούς του Λαϊκού Κόμματος, οι οποίοι παλινόρθωσαν τη μοναρχία και το βασιλιά Κωνσταντίνο, παρ’ όλες τις έντονες αντιδράσεις και προειδοποιήσεις των Γάλλων και των Βρετανών. Ως αντίδραση σ’ αυτές τις εξελίξεις οι έως τότε σύμμαχοι άρχισαν να προσεγγίζουν τον Μουσταφά Κεμάλ. Ειδικά οι Γάλλοι και οι Ιταλοί είχαν πλέον εμφανίσει ανοιχτή ανθελληνική και φιλοκεμαλική στάση. Οι Βρετανοί είχαν προβεί σε κήρυξη ουδετερότητας.
Οι ελληνικές εκλογές
Οι εκλογές στην Ελλάδα ενίσχυσαν επίσης, εις βάρος της κυρίαρχης έως τότε φιλελληνικής πολιτικής του Λόιντ Τζορτζ, το φιλοκεμαλικό στρατόπεδο των «αποικιστών», που δεν ήθελε την υπερίσχυση της Ελλάδας στο μικρασιατικό χώρο. Στο στρατόπεδο των «αποικιστών» ανήκαν τόσο ο Ουίνστον Τσόρτσιλ όσο και ο ελληνιστής Αρνολντ Τόιμπι. Οι αντεκδικήσεις στη Νικομήδεια θα χρησιμοποιηθούν από τις φιλοκεμαλικές δυνάμεις των συμμάχων για να επηρεάσουν αρνητικά την κοινή γνώμη των κρατών τους.
Ακριβώς το ρόλο αυτό έπαιξαν με επιτυχία τόσο ο Τόιμπι όσο και η Διασυμμαχική Επιτροπή που διερεύνησε τα γεγονότα. Ετσι, θα αποσιωπηθούν εντελώς τα κεμαλικά εγκλήματα που προηγήθηκαν και άνοιξαν τον ασκό της βίας στην περιοχή και θα ενοχοποιηθούν οι ελληνικές στρατιωτικές δυνάμεις για όλες τις πράξεις αντεκδίκησης, ακόμα και αυτές των Κιρκασίων και των Αμπχαζίων. Και βεβαίως, τα τεκμήρια της φιλοκεμαλικής προκατειλημμένης γαλλικής στάσης για τα γεγονότα της Νικομήδειας φυλάσσονται έως σήμερα στα στρατιωτικά αρχεία, στον πύργο Vincennes στο Παρίσι, και φαίνεται ότι αποτελούν τη μοναδική πηγή πληροφόρησης για κάποιους Ελληνες ιστορικούς.
Πρόσφυγες στην Καλαμάτα Προσπαθώντας να καταγράψουμε τα γεγονότα που εγκαινίασαν τον κύκλο της βίας στην περιοχή της Νικομήδειας (Iznik), είχαμε την αμέριστη συμπαράσταση της «Εταιρείας Μικρασιατικών Σπουδών και Ερευνών Ευρωπού» και το δραστήριο πρόεδρό της Απόστολο Καραγιαννόπουλο. Τον ερευνητικό αυτό θεσμό δημιούργησαν πρόσφυγες από το Φούλατζικ της Βιθυνίας και την Τσαντώ της Ανατολικής Θράκης, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στον Ευρωπό του Νομού Κιλκίς.
* Διδάκτωρ Σύγχρονης Ιστορίας, μαθηματικός, http://kars1918.wordpress.com/
Ο θρήνος για τη σφαγή του Φούλατζικ
Η σφαγή στο Φούλατζικ και η βία που άσκησαν οι κεμαλικοί στην περιοχή της Βιθυνίας κατά των χριστιανών (Ελλήνων και Αρμενίων), Κιρκασίων και Οθωμανών «παλαιότουρκων» συμπατριωτών τους, αποτυπώνεται στον παρακάτω θρήνο στην τουρκική γλώσσα των Ελλήνων της κωμόπολης, όπου ο απεχθής εχθρός δεν έχει εθνικά χαρακτηριστικά, αλλά είναι απλώς «οι κεμαλικοί» :
Κεμαλίν ανταμλαρί χαρμανλαρντάν ιντιλέρ,
Σαλέ γκιουνού Φουλατζιγί μπαστιλάρ,
γκιουζέλ καριλαρί αϊρί κοϊντουλάρ,
βε τσιπλάκ οϊνατιλάρ.
Τσοτζουκλαριμιζί όλμεντεν μεζαρά κοϊντουλάρ,
ερκεκλερί κλίσενιν ιτσιντέ γιαχτιλάρ,
παπαζίν αγζινά γκεμλερί γκετσιρντιλέρ.
Γετίς Γιουνανιστανίμ, γετίς, γιαρντίμ κίμσεντεν γιόκτουρ.
Δηλαδή:
Οι κεμαλικοί κατέβηκαν από τ’ αλώνια,
κι ημέρα Τρίτη πάτησαν το Φουλαζίκ,
διάλεξαν τις ωραίες μας και τις έβαλαν γυμνές στο χορό.
Εθαψαν τα παιδιά μας ολοζώντανα,
τους άνδρες έκαψαν στην εκκλησιά,
και στου παπά το στόμα πέρασαν χαλινάρι.
Φθάσε Ελλάδα μου, φθάσε, δεν έχω απ’ αλλού βοήθεια.
Το θρήνο διέσωσε ο δημοσιογράφος-απεσταλμένος της εφημερίδας «Εμπρός» των Αθηνών και μετέπειτα συγγραφέας Κωνσταντίνος Φαλτάιτς, με καταγωγή από τη Σκύρο. Ο Φαλτάιτς κατέγραψε, περίπου ένα χρόνο μετά, τις μαρτυρίες των διασωθέντων Φουλατζικιωτών μετά τη σφαγή, στους προσφυγικούς καταυλισμούς της Νικομήδειας. Οι εμπειρίες από τους πρόσφυγες πρωτοδημοσιεύθηκαν σ’ ένα βιβλίο με την υπογραφή Φ.Κ. (Νοέμβριος 1921).
Ως άμεσος μάρτυρας, ο Φαλτάιτς περιγράφει με συγκλονιστικό τρόπο αυτά που συνάντησε: «Εξήντα χιλιάδες άνθρωποι, Ελληνες, Αρμένιοι, Κιρκάσιοι, Αλβανοί, Πέρσαι και Τούρκοι ακόμη έφευγαν μαζί με τον Ελληνικό στρατό, παίρνοντας μαζί των μόνο την ψυχή των, στο πλησίασμα των Τούρκων του Κεμάλ, και εύρισκαν σωτηρία και άσυλο στην ελεύθερον Ελλάδα…
»Από την περιοχή της Νικομήδειας, μια περιοχή με σαράντα πέντε σχεδόν ελληνικές πολιτείες και χωριά, με σαράντα σχεδόν αρμενικά χωριά και πολιτείες και με άλλα τόσα κιρκασιακά, δεν έχει μείνη σήμερα άλλο τίποτα από στάχτη και ερείπια, και οι εκατό χιλιάδες των σφαγιασμένων κατά τον αγριότερο τρόπο που έχει να μας δείξει η ιστορία ανθρώπων, και οι σωροί οι ατελείωτοι των ανθρωπίνων κοκκάλων που είναι σκορπισμένα στα βουνά, στους κάμπους, στα δάση και στις χαράδρες της Νικομήδειας…».