Η νεοτερική κοινωνία της Μπάλιας είναι κοινωνία δημιουργικής συνύπαρξης διαφορετικών εθνοτήτων, με κυρίαρχη την ελληνική, γι’ αυτό και δεν χωράει στο εθνικό κράτος που οραματίζονται οι Νεότουρκοι.
Του Φαίδωνα Παπαθεοδώρου*
Μεταλλωρύχοι στην Μπάλια το 1910. Μετά το τέλος του ελληνοτουρκικού πολέμου (Αύγουστος-Σεπτέμβριος 1922) οι 700 μεταλλωρύχοι και εργαζόμενοι στα εργοστάσια της περιοχής δολοφονήθηκαν μαζικά μαζί με τις οικογένειές τους από τον τακτικό κεμαλικό στρατό τον Σεπτέμβριο του 1922 και τάφηκαν σε ομαδικούς τάφους έξω από την πόλη. Η σφαγή των μεταλλωρύχων της Μπάλιας από τους κεμαλικούς αποκαλύπτει την ταξική φύση εκείνης της σκληρής σύγκρουσης Μεταλλωρύχοι στην Μπάλια το 1910.
Μετά το τέλος του ελληνοτουρκικού πολέμου (Αύγουστος-Σεπτέμβριος 1922) οι 700 μεταλλωρύχοι και εργαζόμενοι στα εργοστάσια της περιοχής δολοφονήθηκαν μαζικά μαζί με τις οικογένειές τους από τον τακτικό κεμαλικό στρατό τον Σεπτέμβριο του 1922 και τάφηκαν σε ομαδικούς τάφους έξω από την πόλη. Η σφαγή των μεταλλωρύχων της Μπάλιας από τους κεμαλικούς αποκαλύπτει την ταξική φύση εκείνης της σκληρής σύγκρουσης Ενα απ’ τα πλέον χαρακτηριστικά και αποκαλυπτικά γεγονότα για την κοινωνική σημασία της μικρασιατικής σύγκρουσης είναι η σφαγή των μεταλλωρύχων της Μπάλιας, τον Σεπτέμβριο του 1922, από τον τακτικό τουρκικό στρατό, μετά το τέλος του ελληνοτουρκικού πολέμου.
Η Μπάλια είναι σήμερα ένα ασήμαντο χωριό στη ΒΔ Μικρασία, στον ορεινό όγκο της ομηρικής Ιδης. Ομως, η ιστορία της Παλαιάς των Βυζαντινών (απ’ όπου προέρχεται η ονομασία Μπάλια), των μεταλλείων και των Ελλήνων μεταλλωρύχων είναι σημαντική και ταυτόχρονα παντελώς άγνωστη. «Αυτοί που εργάζονται στα μεταλλεία είναι κυρίως Ελληνες που αναγκάστηκαν να φύγουν από τα νησιά ή από άλλα μέρη», πληροφορεί το 1741 ο μπέης της, Εσκί Ούπσε, τον Αγγλο περιηγητή Πόκοκ για τα μεταλλεία της Ιδης.
Η μαγιά
Στην Μπάλια εγκαταθίστανται περί τα τέλη του 18ου, αρχές 19ου αιώνα και Πόντιοι μεταλλωρύχοι. Αυτοί οι έμπειροι μεταλλωρύχοι, που εκμεταλλεύονται συντεχνιακά τα κοιτάσματα αργύρου, μολύβδου, χρυσού και χαλκού, αποτελούν τη μαγιά του εργατικού δυναμικού της Ελληνικής Εταιρείας Λαυρίου, που αναλαμβάνει το 1880 τα μεταλλεία της Μπάλιας, του Καραϊντίν, της Δόμας και το λιγνιτικό πεδίο του Μαντζιλίκ.
Η Εταιρεία εφαρμόζει επιστημονικές μεθόδους διοίκησης, εξόρυξης και εμπλουτισμού, χρησιμοποιεί ατμοκίνητες μηχανές, εγκαθιστά σιδηροδρομικό δίκτυο και κατασκευάζει σύγχρονες εγκαταστάσεις. Η αύξηση του εργατοτεχνικού και διοικητικού προσωπικού μετατρέπει την Μπάλια στο μικρασιατικό Λαύριο.
Η ελληνική παρουσία είναι καθοριστική. Το 1890 από τους 230 εργαζομένους στα μεταλλεία, 62% είναι Ελληνες Μικρασιάτες ή από άλλες περιοχές της οθωμανικής επικράτειας, 15,5% Ελλαδίτες, 9% μουσουλμάνοι διαφόρων εθνοτικών προελεύσεων, 7% Αρμένιοι, 6,5% Ιταλοί μεταλλωρύχοι.
Το 1892 Κωνσταντινουπολίτες ιδρύουν την Οθωμανική Ανώνυμη Εταιρεία των Μεταλλείων Μπάλιας-Καραϊντίν, που διαδέχεται στην Μπάλια την Ελληνική Εταιρεία Λαυρίου. Η νέα Εταιρεία διαπραγματεύεται την παραγωγή στη διεθνή αγορά μεταλλευμάτων, εισάγει τις μετοχές στη διεθνή τραπεζική αγορά, κατασκευάζει μεταλλουργεία στην Μπάλια, θερμοηλεκτρικό σταθμό στο Μαντζιλίκ, εισάγει την ηλεκτροκίνηση στα μεταλλεία και μετατρέπει την Μπάλια στην πρώτη ηλεκτροδοτούμενη μικρασιατική πόλη.
Ακμή
Η εστουδιαντίνα της Μπάλιας. Αποτελούνταν από μεταλλωρύχους υπό τη διεύθυνση του αρχιμουσικού και συνθέτη Κωνσταντίνου Ζαφειρόπουλου (1910) Ο πληθυσμός της Μπάλιας συνεχώς αυξάνει. Το 1902 είναι οκτώ χιλιάδες. Οι έξι χιλιάδες Ελληνες είναι οικονομικά, πολιτισμικά και κοινωνικά πρωταγωνιστές. Η Μπάλια μεταμορφώνεται σε βιομηχανική πόλη καπιταλιστικά οργανωμένη, διαφορετική από τις οθωμανικές πόλεις της ενδοχώρας.
Στην Μπάλια διαμορφώνονται νεοτερικές παραγωγικές και κοινωνικές συνθήκες που ανατρέπουν τις παραδοσιακές σχέσεις της οθωμανικής κοινωνίας. Το 1908 ξεσπά στην Μπάλια μία από τις πρώτες εργατικές απεργίες στην οθωμανική επικράτεια. Το 1917-18, ο Σταμάτης Κόκκινος, που ανδρώθηκε στο κοινωνικό και εργασιακό περιβάλλον της, αναλαμβάνει πρόεδρος της οργανωτικής επιτροπής του ιδρυτικού συνεδρίου του Σοσιαλιστικού Εργατικού Κόμματος Ελλάδος (ΣΕΚΕ) και εκλέγεται μέλος της πρώτης, πενταμελούς, Κεντρικής Επιτροπής.
Η νεοτερική κοινωνία της Μπάλιας είναι κοινωνία δημιουργικής συνύπαρξης διαφορετικών εθνοτήτων, με κυρίαρχη την ελληνική κοινότητα, γι’ αυτό δεν χωράει στο εθνικό τουρκικό κράτος που οραματίζονται οι Νεότουρκοι. Ο διοικητής τής Περιφέρειας Μπαλικεσίρ, στην οποία υπάγεται η Μπάλια, Μεχμέτ Ρεσίντ, σκληροπυρηνικός Νεότουρκος, μεθοδεύει τη διάλυσή της.
Πρώτος στόχος, οι εργαζόμενοι στα μεταλλεία. Τον Ιούλιο-Αύγουστο 1913 «παραιτεί» το γενικό γραμματέα της Εταιρείας, τον επικεφαλής μηχανικό Κόκκινο και τον αρχιεργάτη. Το 1914, πριν από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, εκδιώκονται «εθελοντικά» οι «βουλγαρίζοντες», ενώ χιλιάδες Ελληνες της περιοχής, πολλοί μεταλλωρύχοι, υποχρεώνονται να καταφύγουν στην Ελλάδα. Το 1915, οι 480 Αρμένιοι της Μπάλιας πέφτουν θύματα του σχεδίου εξόντωσης των Αρμενίων στην οθωμανική επικράτεια.
Κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο οι Ελληνες μεταλλωρύχοι και μεταλλουργοί στρατεύονται στα τάγματα θανάτου (αμελέ ταμπουρού). Στην Μπάλια εγκαθίσταται γερμανική διοίκηση. Επιχειρεί να λειτουργήσει τα μεταλλεία με αιχμαλώτους πολέμου. Το εγχείρημα αποτυγχάνει και οι Γερμανοί επιδιώκουν να επαναφέρουν τους Ελληνες μεταλλωρύχους και μεταλλουργούς. Η προσπάθεια προσκρούει στην άρνηση των Νεοτούρκων. Ετσι, μεγάλος αριθμός μεταλλωρύχων αφανίζονται στα αμελέ ταμπουρού.
Η ομαδική σφαγή
Το 1920 η Μπάλια περνά υπό ελληνικό έλεγχο. Το 1922, με την κατάρρευση του μικρασιατικού μετώπου, οι Ελληνες εγκαταλείπουν πανικόβλητοι την Μπάλια για τον Αδραμυττινό Κόλπο, με στόχο να καταφύγουν στη Λέσβο. Οι περισσότεροι, όπως χιλιάδες Ελληνες, περιμένουν μάταια τα πλοία και ανυπεράσπιστοι δολοφονούνται.
Στην Μπάλια οι άτακτοι λεηλατούν τα σπίτια, αλλά δεν πειράζουν τη ζωή εκατοντάδων Ελλήνων, κυρίως εργαζομένων στα μεταλλεία, που παρέμειναν στην Μπάλια. Οι Μπαλιώτες Τούρκοι διαβεβαιώνουν ότι δεν θα πειραχθούν για να μην κλείσουν τα μεταλλεία. Επειτα από τρεις βδομάδες καταφθάνει απόσπασμα του κεμαλικού στρατού.
Την τύχη των Ελλήνων και λίγων Αρμενίων περιγράφει ο Ρενέ Πιο, στο βιβλίο «Οι τελευταίες ημέρες της Σμύρνης»: «Στις 20 του μηνός, οι Χριστιανοί, συμπεριλαμβανομένου και του ανώτερου προσωπικού των μεταλλείων της Μπάλιας, συγκεντρώθηκαν και οδηγήθηκαν δήθεν προς την ενδοχώρα.
»Οταν έφτασαν σε απόσταση 5 χιλιομέτρων από την Μπάλια, σε τοποθεσία που λεγόταν Τσακαλάρ, όλοι οι Χριστιανοί, περίπου 600 τον αριθμό, σκοτώθηκαν από κτυπήματα ξιφολόγχης δίπλα σε τάφρους που είχαν ετοιμαστεί από την προηγούμενη μέρα. Εβαλαν φωτιά στα πτώματα και οι στρατιώτες έμειναν στην περιοχή δύο ή τρεις μέρες, μέχρι να κατακαούν όλα». Οι Μπαλιώτες Τούρκοι προσφέρονται να υιοθετήσουν τα παιδιά για να μη σφαχτούν. Τους αρνούνται. Οι Κούρδοι κρύβουν μια οικογένεια και τη φυγαδεύουν.
Πρόσφυγες στην Ελλάδα
Μετά το ’22, οι Μπαλιώτες πρόσφυγες μεταλλωρύχοι εργάζονται στα μεταλλεία της Χαλκιδικής, της Εύβοιας κ.α. και συμμετέχουν στους κοινωνικούς αγώνες στη νέα πατρίδα. «Η πολιτική και κοινωνική χειραφέτησις των συμπατριωτών…» είναι ο πρώτος σκοπός του Συλλόγου Προσφύγων Περιφέρειας Μπάλιας, που ιδρύουν στη Θεσσαλονίκη το 1924 κατά συντριπτική πλειονότητα εργατοτεχνίτες, και «…επέτειος του Συλλόγου ορίζεται η 23η Αυγούστου, ημέρα της εκ πατρίδος δευτέρας εξόδου, καθ’ ην δέον να τελείται μνημόσυνον υπέρ των υπό των Τούρκων σφαγιασθέντων αδελφών μας».
Στην Μπάλια τα μεταλλεία κλείνουν για δεκατρείς μήνες. Αναλαμβάνει η γαλλική εταιρεία Πεναρόγια. Δεν καταφέρνει να λειτουργήσει αποδοτικά τα μεταλλεία, που στα μέσα της δεκαετίας του 1930 κλείνουν. Οι μεταλλωρύχοι πραγματοποιούν μεγάλη «πορεία πείνας», από την Μπάλια στο Μπαλικεσίρ (55 χιλιόμετρα). Είναι η πρώτη μεγάλη εργατική διαμαρτυρία της κεμαλικής περιόδου.